Η εμπειρία της μαθησιακής δυσκολίας

 

Συζητώντας για τις Μαθησιακές Δυσκολίες, γονείς, εκπαιδευτικοί και ειδικοί εστιάζουν συνήθως σε θέματα που αφορούν την ακαδημαϊκή επίδοση και σχολική μελέτη των παιδιών. Ωστόσο, οι Μαθησιακές Δυσκολίες συνήθως επηρεάζουν πολλές πλευρές της καθημερινότητας του παιδιού, απειλώντας, δευτερογενώς, την ψυχοκοινωνική του ανάπτυξη, τη συναισθηματική/κοινωνική προσαρμογή και τη συμπεριφορά του.

 

Οι συνηθέστερες δυσκολίες στο συναίσθημα και τη συμπεριφορά πολλών παιδιών με Μαθησιακές Δυσκολίες είναι οι εξής:

 

  • Χαμηλή αυτοεικόνα και αυτοεκτίμηση, που σε στιγμές συναισθηματικής φόρτισης ενδέχεται να διατυπωθεί και λεκτικά («Δεν αξίζω τίποτε»).

 

  • Παλινδρόμηση σε πρώιμα στάδια της ανάπτυξης: εκδήλωση ανώριμης έως και ‘μωρουδίστικης’ συμπεριφοράς.

 

  • Τάσεις φυγής από τα ‘δύσκολα’ καθήκοντα, προκειμένου να αποφευχθεί το άγχος που συνοδεύει τις αρνητικές εμπειρίες και ματαιώσεις («Δεν θέλω να διαβάσω!»).

 

  • Ανάπτυξη φοβικών αντιδράσεων, που μπορεί να ξεκινήσει ως δυσφορία για τη μελέτη αρχικά, απέχθεια για το σχολείο, τους δασκάλους και τους συμμαθητές στη συνέχεια και να εξελιχθεί έως τη σχολική άρνηση («Δεν ξαναπάω σχολείο, σου λέω»).

 

  • Σωματοποίηση της δυσφορίας: στομαχόπονοι, κράμπες, πονοκέφαλοι, διάρροια, συχνή ενούρηση, νυχτερινή ενούρηση – δίχως προφανή ιατρική αιτιολογία.

 

  • Εντεινόμενη πεποίθηση ότι «κάτι δεν πάει καλά με το σώμα μου», η οποία ενδέχεται να προκαλέσει έως και υποχονδριακές αντιδράσεις.

 

  • Υπερβολικές έως και παρανοϊκές ιδέες, προϊόν της προβολής των σκέψεων και των συναισθημάτων του παιδιού σε άλλους (δάσκαλοι, συμμαθητές, βιβλία, θρανία, τα πάντα συνωμοτούν εναντίον του).

 

  • Κατάθλιψη (η οποία εκδηλώνεται συνήθως στα παιδιά ως ευερεθιστότητα και επιθετικότητα), εφόσον το παιδί δεν καταφέρει να αναπτύξει άλλου είδους άμυνες.

 

  • Παθητικότητα συνδυασμένη με επιθετικότητα, προκειμένου το παιδί να διαχειρισθεί και να εκτονώσει το θυμό του («Γιατί θύμωσες; Δεν έκανα τίποτε!», απευθυνόμενο στον έξαλλο γονιό που το παρατηρεί να παίζει επί μία ώρα με το μανίκι του).

 

  • Παθητικότητα που εξελίσσεται σε εξάρτηση, προκειμένου να αποφύγει αρχικά ενδεχόμενες αποτυχίες και δυσάρεστα συναισθήματα. Μια τέτοια στάση ωστόσο, γίνεται στην πορεία τρόπος ζωής για το παιδί: αποφεύγει να παίρνει πρωτοβουλίες, να συμμετέχει σε παιχνίδια και συζητήσεις, να δημιουργεί σχέσεις, να ασχολείται με τα μαθήματα.

 

  • Αξιοποίηση της διάγνωσης (εφόσον υπάρχει) ως άλλοθι για την παθητική στάση στα προβλήματα («εγώ έχω δυσλεξία, δεν μπορώ να γράψω σωστά»)

 

  • Συμπεριφορά ‘κλόουν’. Πρόκειται ίσως για το συνηθέστερο και πιο αποτελεσματικό τρόπο που επιλέγουν τα παιδιά για να συγκαλύψουν την αίσθηση ανικανότητας, την έλλειψη αυτοπεποίθησης και τη μελαγχολία που τα διακατέχει («Κοροϊδεύετε όσο θέλετε! Εγώ επέλεξα να κάνω τον κλόουν!»).

 

  • Ανεξέλεγκτη παρορμητικότητα (συνηθέστερα σε παιδιά με ελλειμματική προσοχή και/ή υπερκινητικότητα), δράση χωρίς σκέψη: μπορεί να κάνουν απίθανες ζημιές, να κλέψουν, να τρώνε ασταμάτητα, κ.ά

 

  • Εναντιωματική-παραβατική συμπεριφορά (στην εφηβεία), με συχνές αποβολές από το σχολείο έως και παραβάσεις του νόμου, σε κάποιες περιπτώσεις.

 

Ως εκ τούτου, οι Μαθησιακές Δυσκολίες επηρεάζουν και την ικανότητα του παιδιού να δημιουργεί ισορροπημένες σχέσεις και να συνδιαλλάσσεται αποτελεσματικά με τους οικείους του. Ενδιαφέρον έχει μια εκτενέστερη αναφορά στη σχέση που τα παιδιά με Μαθησιακή Δυσκολία αναπτύσσουν με:

 

τον εαυτό τους

Η αδυναμία τους να αντεπεξέλθουν με επάρκεια στα ‘καθήκοντά’ τους ή/και να χειριστούν καθημερινές καταστάσεις, γεννά αρνητικά συναισθήματα και σκέψεις (τα περισσότερα από τα οποία αναφέρθηκαν στη στήλη της προηγούμενης Κυριακής), καταστρέφει την αυτοεικόνα, υποβιβάζει την αυτοεκτίμηση και συνιστά μεγάλο πλήγμα για την αυτοπεποίθησή τους.

 

τους γονείς τους

Η ύπαρξη ενός παιδιού με Μαθησιακή Δυσκολία μέσα στην οικογένεια αποτελεί μια ιδιαίτερα στρεσσογόνα εμπειρία για τους περισσότερους γονείς.

Ωσότου εντοπιστεί η δυσκολία, η ώρα της μελέτης είναι συνήθως εφιάλτης και πολλές εντάσεις ανάμεσα στο παιδί και τους γονείς καταστρέφουν την οικογενειακή ηρεμία και απειλούν με σοβαρότερα πλήγματα τη σχέση μεταξύ τους.

Όταν η δυσκολία εντοπιστεί και εφόσον επιβεβαιωθεί (από κάποιον αρμόδιο ή ιδιωτικό φορέα) κάποιοι γονείς αποδέχονται το γεγονός, ανακουφίζονται και προσπαθούν να καταλάβουν για να μπορέσουν να βοηθήσουν και στην αποκατάσταση. Κάποιοι άλλοι δυσκολεύονται στην αποδοχή. (Ορισμένοι, αρχίζουν να αναζητούν περαιτέρω ειδικούς, ώσπου να συναντήσουν εκείνον που θα τους καθησυχάσει, ότι δεν υπάρχει πρόβλημα). Ζητώντας απαντήσεις στα γιατί που τους βασανίζουν συχνά θυμώνουν ή νιώθουν ενοχές. Ο θυμός στρέφεται πολλές φορές –αδίκως– εναντίον των εκπαιδευτικών («εάν έκαναν σωστά τη δουλειά τους..»). Η ενοχή μπορεί να οδηγήσει στην κατάθλιψη ή στην ανάγκη να υπερπροστατεύσουν το παιδί, ενισχύοντας όμως τελικά με τον τρόπο αυτό την εξάρτηση και παθητικοποίηση του παιδιού. Δημιουργείται, με άλλα λόγια, ένας κύκλος συμπεριφοράς: όσο πιο πολύ εξαρτάται το παιδί από τους γονείς, τόσο πιο πολύ οι γονείς αισθάνονται την ανάγκη να κάνουν πράγματα για το ‘αδύναμο’ παιδί. Και όσο ο γονιός αναλαμβάνει να κάνει όσα θα έπρεπε το ίδιο το παιδί να κάνει, τόσο πιο εξαρτημένο γίνεται το παιδί.

Συχνά το ζευγάρι δεν έχει την ίδια γνώμη σχετικά με το αν το παιδί έχει ή δεν έχει δυσκολίες, εάν μπορεί ή δεν μπορεί να κάνει κάποια πράγματα, εάν πρέπει ή δεν πρέπει να αντιμετωπιστεί με επιείκεια/αυστηρότητα, γεγονός που συνήθως γίνεται αιτία προστριβών ανάμεσα στο ζευγάρι.

 

τα αδέλφια τους

Ώσπου να διαγνωστεί η δυσκολία να δοθούν επαρκείς εξηγήσεις στα παιδιά για το τι ακριβώς συμβαίνει, τα αδέλφια του παιδιού με Μαθησιακή Δυσκολία ενδέχεται να λυπούνται ή να υποτιμούν το αδελφάκι τους, να ανησυχούν μήπως αυτό που έχει είναι ‘κολλητικό’, να νιώθουν ανακούφιση που δεν έχουν το ίδιο πρόβλημα και μετά νιώθουν ενοχές για τις σκέψεις τους, να θυμώνουν για την ιδιαίτερη μεταχείριση που απολαμβάνει το παιδί με τη δυσκολία, ή/και (εάν η δυσκολία γίνεται αντικείμενο σχολιασμού από τρίτους) να προσβάλλονται ή να ενοχλούνται από τη συμπεριφορά του αδελφού ή της αδελφής.

 

τους συνομηλίκους

Λόγω των προβλημάτων στη μάθηση ή/και άλλων που ενδέχεται να εκδηλώνει στη συμπεριφορά του, το παιδί με Μαθησιακή Δυσκολία είναι πιθανό να δεχτεί κοροϊδίες, αδιαφορία ή επιθετικότητα από τους συμμαθητές του. Εάν συνυπάρχουν αδυναμίες στις κοινωνικές δεξιότητες επικοινωνία και αλληλεπίδραση του παιδιού με συνομηλίκους του μπορεί να είναι δυσχερής και να προκύψουν προβλήματα στη δημιουργία και διατήρηση φιλικών σχέσεων.

 

Ας τονιστεί ιδιαίτερα, ότι όλα όσα αναφέρονται ΔΕΝ αφορούν ΟΛΑ τα παιδιά με Μαθησιακή Δυσκολία και αποτελούν συνάρτηση της φύσης και του εύρους των δυσκολιών, της ιδιοσυγκρασίας του παιδιού και των οικείων του, της μεταξύ τους σχέσης και πολλών άλλων παραμέτρων που καθιστούν διαφορετική κάθε μεμονωμένη περίπτωση.

 

 

Πηγή: Κέντρο Λόγου ΕΥ ΛΕΓΕΙΝ


Αρχική Επιστημονική Ομάδα Συμβουλές Επιστημονικό Έργο Επικοινωνία
Δημήτρης Μαρούσος Θεραπευτής Λόγου & Επικοινωνίας Pgdip CCS, M.Sc.SLT, EFS, ECSF-Mentor, SFBTCert, Κέντρο Λόγου ΕΥ ΛΕΓΕΙΝ
Kερασιά Μαρούσου Γλωσσολόγος – Σύμβουλος Μελέτης, Θεραπεύτρια Επικοινωνίας & Μάθησης, PGD SPLD, SFBTcert, Κέντρο Λόγου ΕΥ ΛΕΓΕΙΝ


All rights reserved © Πιστοποιείται η κατοχύρωση λογοτύπων και υλικού Ιστοσελίδας ΕΥ ΛΕΓΕΙΝ


Εγγραφείτε για να λαμβάνετε ενημερώσεις για τις εκπαιδεύσεις

BOΛΟΣ
Διεύθυνση:
Σπυρίδη 2
Βόλος
2421033320
ΛΑΡΙΣΑ
Διεύθυνση:
Ηρώων Πολυτεχνείου - 28ης Οκτωβρίου (Είσοδος απο Χρ. Σμύρνης 7 - 3ος όροφος)
ΛΑΡΙΣΑ
2410231333