Ως ανθρώπινη επινόηση, η γραφή υπήρξε επίτευγμα που συντέλεσε αποφασιστικά στην πρόοδο του πολιτισμού: ο άνθρωπος που γράφει είναι αυτός που παράγει, διασώζει και μεταβιβάζει μηνύματα. Ως ανθρώπινη δραστηριότητα, η γραφή είναι δραστηριότητα κινητική, κωδικοποιητική και –κατεξοχήν – επικοινωνιακή.
Ένας απ’ τους πρώτους και κυριότερους μελετητές της γραφικής δραστηριότητας, ο Luquet, προσδιόρισε τα στάδια εξέλιξης της γραφής ως εξής:
1. Το στάδιο του τυχαίου ρεαλισμού, το οποίο αρχίζει γύρω στα 2 χρόνια και σημαίνει το τέλος της περιόδου του μουτζουρώματος.
2. Το στάδιο του αποτυχημένου ρεαλισμού, γύρω στα 3-4 χρόνια, όπου το μικρό προσπαθεί να αναπαράγει τις μορφές των αντικειμένων χωρίς ιδιαίτερη επιτυχία.
3. Το στάδιο του διανοητικού ρεαλισμού, μετά τα 10-12 χρόνια, όπου το παιδί πια ανακαλύπτει την προοπτική.
Ωστόσο, αν αντιληφθούμε τη γραφή ως αποκλειστικά κινητική δραστηριότητα – το οποίο κατεξοχήν είναι, τουλάχιστον στα πρώτα στάδια εκμάθησης και έως την αυτοματοποίησή της – διαπιστώνουμε, ότι τα στάδια που ακολουθεί η γραφική κίνηση του παιδιού είναι τα εξής:
* Ιχνογράφημα: Το παιδί ζωγραφίζει προσπαθώντας να αναπαράγει μια νοητική εικόνα πχ. του σπιτιού. Χαράζει διάφορες γραμμές, εκφράζεται και δημιουργεί ελεύθερα.
* Προγραφικά παιχνίδια: Δεν έχουν πρόθεση να παραστήσουν κάτι συγκεκριμένο. Είναι κυρίως παιχνίδια που ανταποκρίνονται στην ευχαρίστηση του παιδιού να κινεί ένα μολύβι που χαράζει γραμμές.
* Γραφικές ασκήσεις: Επιτυγχάνονται με κατευθυνόμενα κινητικά παιχνίδια, με στόχο την οργάνωση και αυτοματοποίηση κινήσεων με συγκεκριμένο προσανατολισμό σε συγκεκριμένο χώρο.
* Γραφή-Εκμάθηση της γραφής: Το παιδί μαθαίνει τον κώδικα της γραφής, το σύστημα συμβόλων, τα γραφήματα δηλαδή της μητρικής του γλώσσας, τα οποία αντιστοιχεί στις φωνητικές αξίες που αυτά αντιπροσωπεύουν.
Από το σημείο αυτό έως την παραγωγή γραπτού κειμένου, προαπαιτούνται φυσικά ορισμένες ακόμη λειτουργίες, πέραν της κινητικής δεξιότητας. Αυτές είναι:
α) Η συμβολική λειτουργία: Ως σύστημα συμβόλων, τα γραφήματα προαπαιτούν την ανάπτυξη της συμβολικής λειτουργίας, η οποία θα επιτρέψει την κατανόηση της μετατροπής του προφορικού σε γραπτό λόγο. Η ικανότητα αυτή έχει αναπτυχθεί επαρκώς ώστε να μπορεί να αρχίσει τη γραφική εκπαίδευση, όταν το παιδί δηλώνει ότι θέλει να κάνει ένα σπίτι και σχεδιάζει πράγματι ένα σπίτι ή όταν –αντίστροφα- σχεδιάζει το σπίτι και κατόπιν το ονομάζει ως τέτοιο.
β) Ο προφορικός λόγος: ένα παιδί με αδυναμίες στον προφορικό του λόγο βρίσκεται σε ομάδα υψηλού κινδύνου για εκδήλωση προβλημάτων και στο γραπτό λόγο. Παραμύθια, ιστορίες, ποιηματάκια με ομοιοκαταληξίες, αλλά και κάθε επικοινωνιακή συνθήκη που ενθαρρύνει παραγωγή και πρόσληψη προφορικού λόγου, όλα μπορούν να θεωρηθούν προαπαιτούμενα για την ανάπτυξη και του γραπτού λόγου.
γ) Η σωματογνωσία και η αμφιπλευρικότητα: Δηλαδή η απόκτηση της εικόνας του σώματος και η συνειδητοποίηση των 2 πλευρών του σώματος, εκ των οποίων η μία υπερέχει και άλλη υποβοηθά. Ένα παιδί που γνωρίζει καλά το σώμα του, μαθαίνει και να το χρησιμοποιεί. Γνωρίζοντας τα μέλη του μαθαίνει να ελέγχει και την κίνησή τους. Απλές καθημερινές πράξεις το βοηθούν επίσης να αναπτύξει την πλευρίωση, να συνειδητοποιήσει δηλαδή την κυρίαρχη πλευρά του (δεξιά ή αριστερή), αυτή που συνήθως αναλαμβάνει την πραγματοποίηση έργου.
δ) Η λεπτή κινητικότητα και ο οπτικο-κινητικός συντονισμός (συντονισμός ματιού-χεριού): Οι λεπτές κινήσεις είναι απαραίτητες για τη γραφή, παράλληλα όμως το μάτι είναι αυτό που παρακολουθεί και κατευθύνει το χέρι. Για να αποκτήσουν τα δάχτυλα και ο καρπός του μικρού χεριού μεγαλύτερη ευελιξία και αυτονομία είναι απαραίτητες οι ασκήσεις λεπτής κινητικότητας, οι οποίες ταυτόχρονα ενισχύουν και τον οπτικο-κινητικό συντονισμό.
ε) Τέλος, η αντίληψη του χώρου και του χρόνου. Ως κίνηση συντονισμένη, η γραφή ενέχει ρυθμό και συνδέεται άμεσα με τις έννοιες του χώρου και του χρόνου. Βασικές έννοιες χώρου (πάνω-κάτω, μπρός-πίσω, μέσα-έξω κ.λ.π.), κατεύθυνσης και προσανατολισμού και βασικές έννοιες χρόνου (πριν – τώρα – μετά) και αλληλουχίας πρέπει λοιπόν να έχουν ήδη κατακτηθεί. Έτσι το παιδί πρέπει να διαθέτει ευχέρεια να τοποθετεί τον εαυτό του στο χώρο και να προσανατολίζεται σε σχέση με τα αντικείμενα που το περιβάλλουν, πριν ακόμη εμπλακεί στη γραφή.
Πηγή: Κέντρο Λόγου ΕΥ ΛΕΓΕΙΝ
All rights reserved © Πιστοποιείται η κατοχύρωση λογοτύπων και υλικού Ιστοσελίδας ΕΥ ΛΕΓΕΙΝ
Βόλος
ΛΑΡΙΣΑ