To παιδί που τραυλίζει: Οδηγίες για Γονείς που θέλουν να Βοηθήσουν
Περίπου 1 στα 20 παιδιά ηλικίας 2 – 5 ετών αντιμετωπίζει εξελικτικό τραυλισμό, δυσχέρεια δηλαδή στη ροή της ομιλίας που ξεπερνά την φυσιολογική δυσχέρεια ροής των παιδιών της ηλικίας αυτής. Παρότι δεν μπορούμε να γνωρίζουμε πάντα την αιτία πίσω από την συγκεκριμένη δυσκολία, γνωρίζουμε καλά ότι οι γονείς ΔΕΝ προκαλούν τραυλισμό. Τα 3 από τα 4 παιδιά που εμφανίζουν εξελικτικό τραυλισμό, ξεπερνούν την φάση αυτή μέσα σε μερικές εβδομάδες ή μήνες.
Είναι σίγουρα οδυνηρό για μας τους γονείς να ακούμε το παιδί μας ΞΑΦΝΙΚΑ να αρχίσει τραυλίζει, ενώ πριν μιλούσε ‘καθαρά’. Μερικές μάλιστα φορές το παιδί μπορεί να ‘κολλήσει’ άσχημα στην προσπάθειά του να μιλήσει. Αυτό μπορεί να μας γεμίζει αγωνία και θλίψη… Κατά περιόδους η ομιλία του παιδιού δείχνει να βελτιώνεται ή να χειροτερεύει. Ο τραυλισμός κάνει μικρές ή μεγάλες διακυμάνσεις και δεν είναι ποτέ σταθερός.
Για τα παιδιά που δείχνουν να χρειάζονται βοήθεια ώστε να το ξεπεράσουν, γνωρίζουμε ότι η λογοθεραπεία είναι ιδιαίτερα αποτελεσματική πριν την ηλικία των 5 ετών. Ανεξάρτητα με το εάν ή όχι ένα παιδί χρειάζεται λογοθεραπεία, οι ακόλουθες συμβουλές σίγουρα το βοηθούν στην φάση αυτή:
- Δείχνουμε ενδιαφέρον σε ό,τι μας λέει το παιδί (δηλ. στο περιεχόμενο του μηνύματος) και όχι στο πως μας το λέει (δηλ. στη ροή της ομιλίας που μπορεί να είναι δυσχερής). Προσπαθούμε να διατηρούμε οπτική επαφή με το παιδί κατά την διάρκεια της δυσκολίας και δεν αποστρέφουμε το βλέμμα μας, ούτε και αλλάζουμε την έκφραση του προσώπου μας. Δεν ολοκληρώνουμε εμείς την φράση του παιδιού σε στιγμή δυσκολίας – αυτό μπορεί να ματαιώνει ιδιαίτερα το παιδί στην προσπάθειά του.
- Αποδεχόμαστε την δυσκολία και είμαστε υποστηρικτικοί. Ανταποκρινόμαστε στην δυσκολία ομιλίας του παιδιού με τον ίδιο τρόπο που θα κάναμε με οποιαδήποτε άλλη μικροδυσκολία και εάν ανέκυπτε σε κάποια από τις ικανότητες που αναπτύσσουν τα παιδιά μας – όπως, για παράδειγμα, εάν το παιδί περδικλωνόταν ή εάν έχυνε κάτι κάτω. Εάν νοιώθουμε ότι χρειάζεται, μπορούμε να κάνουμε μια παραδοχή της δυσκολίας του παιδιού ή μια αναφορά σε αυτή, όχι όμως με αξιολογητικό ύφος – το παιδί να μην νοιώθει ότι επικρίνεται.
- Εάν εμείς οι γονείς μιλάμε γρήγορα, “ρίχνουμε” την ταχύτητα της ομιλίας μας όταν απευθυνόμαστε ή συζητούμε με το παιδί. Το να ζητήσουμε από το παιδί να μιλήσει πιο αργά, να ξαναπεί κάτι ή να πάρει βαθιά ανάσα δεν βοηθά σε καμία περίπτωση – έστω κι αν βραχυπρόθεσμα φαίνεται να έχει κάποια θετικά αποτελέσματα. Μια παύση δευτερολέπτου πριν την απάντησή μας ή την ερώτησή μας προς το παιδί μπορεί επίσης να ‘ρίξει τον ρυθμό συζήτησης’ και να βοηθήσει το παιδί να αισθάνεται λιγότερο ‘βιαστικό’ όταν μιλά.
- Υποστηρίζουμε το παιδί μας εάν κάποια στιγμή εκείνο νοιώσει αναστατωμένο με την δυσκολία του, όπως θα κάναμε με οποιαδήποτε άλλη δυσκολία και αν το έκανε να νοιώσει έτσι. Μπορούμε να πούμε κάτι όπως: ‘μην ανησυχείς, οι λεξούλες μπορεί να έχουν ‘λακουβίτσες’ κάποιες φορές όταν μαθαίνουμε ακόμη να μιλάμε…’
- Παρατηρούμε τι αποδυναμώνει και ενισχύει τον τραυλισμό του παιδιού, αλλά αποφεύγουμε να το δούμε σαν ‘πρόβλημα’. Ο τραυλισμός δεν προκαλείται από εμάς τους γονείς, αλλά η ανησυχία μας μπορεί κάλλιστα να ‘περάσει’ από εμάς στο παιδί. Το παιδί, διαισθανόμενο την ανησυχία μας μπορεί να αισθανθεί ξαφνικά ότι κάνει ένα μεγάλο λάθος και αυτό στεναχωρεί ή ενοχλεί τους γονείς. Στην πραγματικότητα, κατά την χρονική αυτή περίοδο το παιδί ταλαιπωρείται λίγο στην ομιλία του αλλά αυτό το στάδιο θα περάσει…
- Προγραμματίζουμε λίγα λεπτά καθημερινού χρόνου (15-30min αρκούν) όπου δίνουμε την πλήρη προσοχή μας στο παιδί σε μια ήρεμη, χαλαρή ατμόσφαιρα παιχνιδιού. Μπορούμε να παίζουμε με το παιδί ακολουθώντας την δική του πρωτοβουλία και προτίμηση επάνω στο περιεχόμενο του παιχνιδιού μας. Η μπορεί απλά να συζητούμε με το παιδί για ό,τι εκείνο θέλει. Προσπαθούμε να μιλάμε για πράγματα που διαδραματίζονται στο ‘εδώ και τώρα’ και όχι για πράγματα που έχουν συμβεί στο παρελθόν ή που πρόκειται να συμβούν στο μέλλον.
- Περιορίζουμε τον αριθμό των ερωτήσεων που θέτουμε. Εάν δεν μπορούμε να αποφύγουμε κάποια ερώτηση, επιτρέπουμε αρκετό χρόνο στο παιδί για να την απαντήσει, πριν ρωτήσουμε κάτι άλλο. Κατά αυτόν τον τρόπο, το παιδί είναι λιγότερο πιθανό να δεχτεί επικοινωνιακή ‘πίεση’ που συχνά ενισχύσει το τραύλισμα. Σχηματίζουμε σύντομες και απλές φράσεις όταν απευθυνόμαστε στο παιδί που τραυλίζει. Αντί να ρωτάμε συχνά ερωτήσεις, απλά σχολιάζουμε και αποκρινόμαστε με σχόλια στα λεγόμενα του παιδιού μας, δείχνοντάς του έτσι ότι το ακούμε.
- Ο καθένας μιλά με την σειρά στο σπίτι, έτσι ώστε κανένας δεν διακόπτεται σε οικογενειακές συζητήσεις. Ένας γονέας- ‘τροχονόμος’ στο σπίτι θα βοηθούσε, εξασφαλίζοντας δημοκρατικές συνθήκες συζήτησης. Έτσι, το παιδί που αντιμετωπίζει δυσκολία θα μάθαινε να περιμένει την σειρά του για να πει κάτι αλλά και δεν θα διακόπτονταν από τα άλλα, περισσότερο ικανά μέλη της οικογενείας.
- Η διαχείριση της συμπεριφοράς του παιδιού δεν θα πρέπει να αλλάζει επειδή εκείνο τραυλίζει. Ανταποκρινόμαστε στην συμπεριφορά του παιδιού μας όπως θα κάναμε εάν εκείνο δεν τραύλιζε. Όπως με κάθε άλλο παιδί τα όρια και οι συνέπειες των πράξεων θα πρέπει να τίθενται με σταθερότητα.
- Προσπαθούμε να αποφύγουμε την βιασύνη και το άγχος της καθημερινότητας. Ο τραυλισμός ενισχύεται όταν το παιδί είναι κουρασμένο. Το παιδί που τραυλίζει έχει ανάγκη από ένα περιβάλλον (οικογενειακό και σχολικό) με σταθερή ρουτίνα και δομή λειτουργίας. Επίσης βοηθά η εγκατάσταση επαρκούς προγράμματος ύπνου (μεσημέρι – βράδυ) και υγιούς σταθερού προγράμματος διατροφής.
Πηγή: Κέντρο Λόγου ΕΥ ΛΕΓΕΙΝ
All rights reserved © Πιστοποιείται η κατοχύρωση λογοτύπων και υλικού Ιστοσελίδας ΕΥ ΛΕΓΕΙΝ
Βόλος
ΛΑΡΙΣΑ