Σας φαίνεται ότι είναι αδύνατο το παιδί σας να «καθίσει ήσυχο»; Υπάρχουν μερικά παιδιά που δεν μένουν ήσυχα γιατί απλώς δεν μπορούν! Όσο και να προσπαθήσουν, δεν μπορούν να μείνουν ακίνητα, να διατηρήσουν μία τάξη γύρω τους, να σταματήσουν να μιλούν ή να ακολουθήσουν κανόνες.
Αν αυτά τα προβλήματα σάς φαίνονται οικεία, το παιδί σας μπορεί να εμφανίζει συμπτώματα Διαταραχής Ελλειμματικής Προσοχής με Υπερκινητικότητα (αλλιώς γνωστής ως υπερκινητικού συνδρόμου). Για συντομία θα χρησιμοποιήσουμε τα αρχικά «Δ.Ε.Π.Υ.», αποδίδοντας στα Ελληνικά τον ευρέως χρησιμοποιούμενο Αγγλικό όρο «ADHD» (Attention-Deficit Hyperactivity Disorder).
Το παιδί με διαταραχή ελαττωματικής προσοχής – υπερκινητικότητα (υπερκινητικό σύνδρομο), ή αλλιώς το υπερκινητικό παιδί όπως έχει καθιερωθεί να ονομάζεται, αρχίζει να “ταλαιπωρεί” το οικογενειακό του περιβάλλον και τον ευρύτερο κοινωνικό περίγυρο πριν την ηλικία των 7 ετών. Οι γονείς ενός υπερκινητικού παιδιού συχνά παρατηρούν ότι, ενώ του μιλούν, αυτό δείχνει να μη τους ακούει και έτσι, στις περιπτώσεις που πρέπει -για παράδειγμα- να φέρει σε πέρας οδηγίες, διαπιστώνουν ότι δεν τα καταφέρνει. Επίσης, δυσκολεύεται να διατηρήσει για μεγάλο χρονικό διάστημα το ενδιαφέρον του σε δραστηριότητες παιχνιδιού ή σε μαθήματα, καθώς η προσοχή του διασπάται εύκολα από εξωτερικά ερεθίσματα, με αποτέλεσμα να μεταπηδά συχνά από μία ανολοκλήρωτη δραστηριότητα σε μία άλλη.
Το παιδί με υπερκινητικό σύνδρομο εκδηλώνει επίσης έντονο παρορμητισμό, ο οποίος εκφράζεται με διάφορους τρόπους τόσο στο σπίτι όσο και στο σχολείο. Έτσι, όταν τίθενται ερωτήσεις, έχει την τάση να απαντά πριν ακόμη ολοκληρωθεί η εκφώνησή τους, ή να διακόπτει τους άλλους, προκειμένου να εκφράσει τη σκέψη του. Αυτή η ανυπομονησία γίνεται εμφανής και σε ομαδικές δραστηριότητες ή παιχνίδια, στα οποία παρουσιάζει μεγάλη δυσκολία όταν πρέπει να περιμένει τη σειρά του.
Πολύ συχνά, πηγή εντάσεων στις σχέσεις του παιδιού με τους άλλους αποτελεί η αδυναμία του να παραμείνει καθισμένο σε μία συγκεκριμένη θέση -όταν το απαιτεί η περίσταση- ή να παίξει ήσυχα. Του αρέσει να βρίσκεται διαρκώς σε κίνηση και να εμπλέκεται σε δραστηριότητες που είναι σωματικά επικίνδυνες, δίχως να λογαριάζει τις συνέπειες.
Έτσι λοιπόν, εάν το παιδί σας
- Αδυνατεί να ολοκληρώσει δραστηριότητες, διαθέτει φτωχές οργανωτικές ικανότητες και είναι απρόσεκτο (πιθανές ενδείξεις διάσπασης προσοχής).
- Αγνοεί υποδείξεις και οδηγίες, συχνά διακόπτει ή «χώνεται» στις κουβέντες των άλλων και δεν μπορεί να περιμένει τη σειρά του για να εκτελέσει κάτι, ακόμη και στο παιχνίδι (πιθανές ενδείξεις παρορμητικότητας).
- Παρουσιάζει διαρκή κινητικότητα, δεν μπορεί να καθίσει ήσυχο σε μια θέση και να διατηρήσει την προσοχή του για μεγάλο χρονικό διάστημα (πιθανές ενδείξεις υπερδραστηριότητας),
ελέγξτε το ενδεχόμενο ύπαρξης του συνδρόμου, απευθυνόμενοι σε διεπιστημονική ομάδα στελεχωμένη οπωσδήποτε με ψυχολόγο ή/και παιδοψυχίατρο.
Η ύπαρξη Δ.Ε.Π.Υ. είναι περισσότερο συνηθισμένη στα αγόρια απ’ ό,τι στα κορίτσια. Αν και καμιά φορά παρουσιάζεται πριν από την ηλικία των τεσσάρων ετών, στις περισσότερες περιπτώσεις γίνεται αντιληπτή στην ηλικία που το παιδί πηγαίνει στο σχολείο.
Μερικές φορές τα συμπτώματα μπορεί εύκολα να μπερδευτούν με την «υπερδραστηριότητα» ή τη διασπαστική συμπεριφορά που πηγάζει από πιθανόν αποδιοργανωμένο-χαοτικό περιβάλλον του παιδιού. Αλλά εάν η συμπεριφορά του παιδιού σας περιλαμβάνει μερικά από ή και όλα αυτά τα συμπτώματα για περισσότερο από έξι μήνες, αναζητήστε τη βοήθεια των ειδικών.
Αυτά τα τρία βασικά χαρακτηριστικά του υπερκινητικού συνδρόμου – μικρή διάρκεια προσοχής/συγκέντρωσης, παρορμητικότητα και υπερκινητικότητα – που αποδίδονται σε δυσλειτουργία του Κεντρικού Νευρικού Συστήματος, έχουν συνήθως ως αποτέλεσμα
- Μαθησιακές δυσκολίες και χαμηλή απόδοση του παιδιού στο σχολείο, παρόλο το φυσιολογικό νοητικό δυναμικό. Ιδιαίτερες δυσκολίες παρουσιάζονται στα μαθηματικά, στην εκμάθηση ξένων γλωσσών, στα μαθήματα που απαιτούν δυνατή μνήμη και στην επίδοση σε τεστ που βασίζονται στην ταχύτητα της αντίδρασης.
- κοινωνικο-συναισθηματικές δυσκολίες, όπως εναλλασσόμενη διάθεση, μεταπτώσεις, ξεσπάσματα θυμού, χαμηλή ανεκτικότητα στις ενοχλήσεις (νευριάζει με το παραμικρό) και χαμηλή αυτοεκτίμηση.
Οι μαθησιακές και κοινωνικο-συναισθηματικές δυσκολίες που αντιμετωπίζει το υπερκινητικό παιδί μπορούν συνήθως να αποκατασταθούν με προσεκτικά οργανωμένη αντιμετώπιση και υπό την υπεύθυνη καθοδήγηση ομάδας ειδικών. Ωστόσο, σημαντικό μέρος της αποκατάστασης αναλαμβάνουν οι ίδιοι οι γονείς, θέτοντας σε εφαρμογή απλούς χειρισμούς, που θα βοηθήσουν το παιδί να νιώσει άνετα, να καταφέρει στόχους και να αντλήσει ικανοποίηση. Η συχνή επανάληψη των οδηγιών, τα τακτικά διαλείμματα κατά τη μελέτη, ο επιμερισμός ενός μεγάλου στόχου σε μικρότερους, η συχνή ανατροφοδότηση, η χρησιμοποίηση λίστας και προγραμμάτων, η επιβράβευση αντί για τη ματαίωση, είναι μερικές από τις τεχνικές που θα ενισχύσουν την αυτοεκτίμηση του παιδιού και θα του δημιουργήσουν το αίσθημα της ασφάλειας, το οποίο τόσο πολύ έχει ανάγκη..
Η εξέλιξη ενός παιδιού με υπερκινητικό σύνδρομο εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό, τόσο από την ηλικία κατά την οποία θα γίνει η διάγνωση, όσο και από τη στάση των γονιών και των δασκάλων απέναντί του. Όπως συμβαίνει σε όλα τα προβλήματα, έτσι και στην περίπτωση του υπερκινητικού συνδρόμου, η πρόγνωση είναι καλύτερη όταν οι γονείς επισημάνουν νωρίς το πρόβλημα και ζητήσουν βοήθεια από τους ειδικούς. Η αντιμετώπιση μιας τέτοιας κατάστασης, προϋποθέτει μία αλλαγή η οποία θα πρέπει να ξεκινήσει από τους ίδιους τους γονείς. Είναι ανάγκη κάθε μέλος της οικογένειας να ενημερωθεί σχετικά με το υπερκινητικό σύνδρομο και να συνειδητοποιήσει ότι πρόκειται να γίνει μέρος της λύσης του προβλήματος.
Η γνώση σχετικά με το σύνδρομο, βοηθά πρώτα απ΄ όλα να αποκατασταθεί η “φήμη” του παιδιού στην οικογένεια: το παιδί που μέχρι την ημέρα της διάγνωσης θεωρούταν απλώς ανεύθυνο και τεμπέλικο, επαναπροσδιορίζεται όσον αφορά το ρόλο του ως άτομο και τις σχέσεις του στην οικογένεια και η έμφαση μετατοπίζεται στα θετικά χαρακτηριστικά του. Το χαοτικό περιβάλλον, το οποίο ενισχύει την αποδιοργάνωση του παιδιού, διαμορφώνεται εκ νέου, προκειμένου να παράσχει στο παιδί τη συγκροτημένη δομή, τις σαφείς κατευθύνσεις και τα όρια που τόσο έχει ανάγκη. Προς αυτή την κατεύθυνση βοηθητικό ρόλο παίζει η συνέπεια και η σταθερή συμπεριφορά των γονιών, καθώς και η γνώση των κανόνων και των συνεπειών που ακολουθούν τη μη εφαρμογή τους.
Ειδικά μαθησιακά προγράμματα, ειδική διδασκαλία, τροποποίηση συμπεριφοράς, οικογενειακή συμβουλευτική και –εφόσον κριθεί αναγκαίο- φαρμακευτική αγωγή μπορούν να βοηθήσουν το παιδί με ΔΕΠΥ και κατά προέκταση τα πρόσωπα του περιβάλλοντός του. Οι δυσκολίες του παιδιού μπορούν να αποκατασταθούν μόνο με προσεκτικά οργανωμένη αντιμετώπιση και υπό την υπεύθυνη καθοδήγηση ομάδας ειδικών. Έτσι τίθενται οι κατάλληλες προϋποθέσεις για μια υγιή, συναισθηματικο – κοινωνική, ευρύτερα επικοινωνιακή ανάπτυξη και επιτυχή ακαδημαϊκή εξέλιξη του παιδιού.
Πηγή: Κέντρο Λόγου ΕΥ ΛΕΓΕΙΝ
All rights reserved © Πιστοποιείται η κατοχύρωση λογοτύπων και υλικού Ιστοσελίδας ΕΥ ΛΕΓΕΙΝ
Βόλος
ΛΑΡΙΣΑ