Ψυχογενής Ανορεξία

 

Οι νηστείες που έχουν καθιερώσει οι διάφορες θρησκείες ή οι θυσίες τροφής των διαφόρων λαών προς τους θεούς, αναδεικνύουν το σημαντικό ρόλο που παίζει η διατροφή σε κάθε πολιτισμό. Καταρχήν πρόκειται για μία διαδικασία που έχει έναν επικοινωνιακό χαρακτήρα, καθώς από την αρχή της ζωής η διατροφή απαιτεί την αλληλεπίδραση τουλάχιστον δύο ατόμων – βρέφους και μητέρας – και επηρεάζει σημαντικά το είδος του δεσμού που θα αναπτύξουν. Καθώς το άτομο μεγαλώνει, παρατηρούμε ότι η διαδικασία της διατροφής αρχίζει να συνδέεται στενά με δύο αισθήματα, την πείνα και την όρεξη. Και ενώ η πρώτη αποτελεί την κινητήρια δύναμη για την εύρεση τροφής, η δεύτερη επηρεάζεται σημαντικά από τη συναισθηματική κατάσταση και την ψυχολογική διάθεση του ατόμου και γι’ αυτό, όταν αναφερόμαστε σε διαταραχές διατροφής, δεν μπορούμε να παραβλέψουμε το ρόλο της.

 

Κατά την έναρξη της εφηβείας, τα περισσότερα κορίτσια αρχίζουν να ασχολούνται με την εμφάνισή τους – κάτι που μέχρι τότε δεν τα ενδιέφερε ιδιαίτερα – και κάνουν προσπάθειες για να γίνουν ελκυστικά. Καθώς συντελούνται ραγδαίες και απότομες αλλαγές στο σώμα τους, αρχίζουν συχνά να κυριεύονται από το φόβο της υπερβολικής αύξησης των διαστάσεών τους. Προκειμένου να αποφύγουν αυτό τον κίνδυνο, αρχίζουν να εφαρμόζουν αυστηρές δίαιτες και να βιώνουν περιόδους έντονου άγχους και θλίψης. Η διαταραχή του συναισθήματος κατά την περίοδο αυτή είναι δυνατό να οδηγήσει ορισμένα άτομα, κυρίως κορίτσια, στην εκδήλωση της ψυχογενούς ανορεξίας.

 

Η διάγνωση της ψυχογενούς ανορεξίας δεν μπορεί να βασιστεί απλά και μόνο στην εικόνα της υπερβολικής σωματικής αδυναμίας που μπορεί να παρουσιάζει κάποιο άτομο. Για να προχωρήσουμε σε διάγνωση, θα πρέπει αρχικά να βεβαιωθούμε ότι η εικόνα αυτή δεν είναι αποτέλεσμα κάποιας άλλης ψυχικής διαταραχής (π.χ. κατάθλιψη) ή σωματικής ασθένειας (π.χ. υπερθυρεοειδισμός). Στη συνέχεια, θα πρέπει να εξετάσουμε την εικόνα που έχει σχηματίσει το άτομο αυτό για το σώμα του. Το σημείο αυτό έχει ιδιαίτερη σημασία, καθώς τα άτομα με ψυχογενή ανορεξία, παρόλο που έχουν βάρος χαμηλότερο τουλάχιστον κατά 25% από το μέσο όρο, θεωρούν τους εαυτούς τους παχείς και εναντιώνονται στην αύξηση του βάρους τους. Ακόμη και στην περίπτωση που εξακολουθούν να χάνουν βάρος, ο φόβος της παχυσαρκίας διατηρείται.

 

Διάφορες θεωρίες έχουν αναπτυχθεί προκειμένου να ερμηνεύσουν την εμφάνιση της ψυχογενούς ανορεξίας. Οι θεωρίες που επικεντρώνονται στους βιολογικούς παράγοντες δίνουν έμφαση στην ύπαρξη κάποιας γενετικής προδιάθεσης, υποστηρίζοντας ότι οι ανορεκτικοί έχουν κληρονομήσει την προδιάθεση να αντιδρούν σε πιεστικές καταστάσεις μέσω της αποφυγής.

 

Από την άλλη πλευρά, οι κοινωνικές θεωρίες προκειμένου να ερμηνεύσουν την εμφάνιση της ψυχογενούς ανορεξίας, δίνουν έμφαση στους κοινωνικούς παράγοντες, χρησιμοποιώντας ως επιχείρημα επιδημιολογικά στοιχεία, τα οποία δείχνουν ότι η ψυχογενής ανορεξία εμφανίζεται κυρίως σε κορίτσια των μεσοαστικών οικογενειών του δυτικού κόσμου. Αξίζει να σημειωθεί, ότι η ψυχογενής ανορεξία δεν παρατηρείται σε χώρες του «τρίτου» κόσμου.

 

Οι ψυχολογικές θεωρίες επικεντρώνονται κυρίως στο οικογενειακό σύστημα. Θεωρούν ότι οι έφηβες με ψυχογενή ανορεξία προέρχονται από δυσλειτουργικές οικογένειες, οι οποίες εμποδίζουν την προσαρμογή τους στις μεγάλες αλλαγές που συντελούνται την περίοδο αυτή. Πιο αναλυτικά, υποστηρίζουν ότι οι γονείς των ανορεκτικών ατόμων δεν αντιλαμβάνονται τα μηνύματα που στέλνει το παιδί, από τη βρεφική ακόμη ηλικία, αλλά εμμένουν στη δική τους ερμηνεία και επιβάλλουν την παρέμβαση που οι ίδιοι θεωρούν ως σωστή. Το παιδί καθώς μεγαλώνει παρουσιάζει την ιδανική εικόνα, εφόσον συμπεριφέρεται όπως θέλουν οι γονείς του. Όταν όμως μπει στη εφηβεία και φτάσει στην εποχή της ανεξαρτητοποίησης, επιχειρεί ενέργειες που οδηγούν σε ανεπιθύμητα αποτελέσματα, καθώς δεν έχει μάθει να λειτουργεί ως ξεχωριστεί οντότητα.

 

Επειδή τα αίτια της ψυχογενούς ανορεξίας είναι πολλά και διαφορετικά στην κάθε περίπτωση, η θεραπεία του ανορεκτικού παιδιού θα πρέπει να στοχεύει στην ανάδειξη των συγκεκριμένων παραγόντων που οδηγούν στην εμφάνιση της διαταραχής και να μη βασίζεται σε πρόωρες ερμηνείες που προκύπτουν από την υποστήριξη μιας συγκεκριμένης θεωρητικής κατεύθυνσης. Ο θεραπευτής λοιπόν θα πρέπει να υποστηρίξει το παιδί στην προσπάθειά του να εξερευνήσει τον εαυτό του και να βρει προσωπικές λύσεις. Παράλληλα, η δουλειά με την οικογένεια φαίνεται να παίζει σημαντικό ρόλο, καθώς συμβάλλει στην αλληλοκατανόηση των μελών και στην αναπροσαρμογή των μεταξύ τους σχέσεων.

 

 

Πηγή: Κέντρο Λόγου ΕΥ ΛΕΓΕΙΝ


Αρχική Επιστημονική Ομάδα Συμβουλές Επιστημονικό Έργο Επικοινωνία
Δημήτρης Μαρούσος Θεραπευτής Λόγου & Επικοινωνίας Pgdip CCS, M.Sc.SLT, EFS, ECSF-Mentor, SFBTCert, Κέντρο Λόγου ΕΥ ΛΕΓΕΙΝ
Kερασιά Μαρούσου Γλωσσολόγος – Σύμβουλος Μελέτης, Θεραπεύτρια Επικοινωνίας & Μάθησης, PGD SPLD, SFBTcert, Κέντρο Λόγου ΕΥ ΛΕΓΕΙΝ


All rights reserved © Πιστοποιείται η κατοχύρωση λογοτύπων και υλικού Ιστοσελίδας ΕΥ ΛΕΓΕΙΝ


Εγγραφείτε για να λαμβάνετε ενημερώσεις για τις εκπαιδεύσεις

BOΛΟΣ
Διεύθυνση:
Σπυρίδη 2
Βόλος
2421033320
ΛΑΡΙΣΑ
Διεύθυνση:
Ηρώων Πολυτεχνείου - 28ης Οκτωβρίου (Είσοδος απο Χρ. Σμύρνης 7 - 3ος όροφος)
ΛΑΡΙΣΑ
2410231333