Παιδικές Φοβίες

Ο φόβος είναι μία αντίδραση του οργανισμού που θέτει το άτομο σε εγρήγορση, όταν βρεθεί σε κατάσταση κινδύνου. Η εγρήγορση εξασφαλίζει στο άτομο την ετοιμότητα να αντιμετωπίσει το συγκεκριμένο κίνδυνο, και γι΄ αυτό λέμε ότι ο φόβος έχει ένα λειτουργικό- προσαρμοστικό χαρακτήρα.

 

Υπάρχουν όμως περιπτώσεις κατά τις οποίες οι φοβικές αντιδράσεις εμφανίζονται χωρίς να υπάρχουν αντικειμενικές αιτίες, δηλαδή χωρίς την παρουσία κάποιας κατάστασης κινδύνου. Σε αυτές τις περιπτώσεις ο φόβος έχει ένα δυσπροσαρμοστικό χαρακτήρα, καθώς αρχίζει να ταλαιπωρεί το άτομο δίχως να υπάρχει αντικειμενικός λόγος ανησυχίας. Όταν λοιπόν ένα άτομο εκδηλώνει μια φοβική αντίδραση πολύ έντονα σε σχέση με τη φοβική κατάσταση και με μεγάλη συχνότητα, τότε λέμε ότι το άτομο υποφέρει από κάποια φοβία.

 

Οι φοβίες δεν είναι αποκλειστικό ‘προνόμιο’ των ενηλίκων, καθώς γνωρίζουμε ότι και πολλά παιδιά ταλαιπωρούνται από αυτές. Οι πιο κοινές παιδικές φοβίες είναι η σχολική φοβία (επίμονη άρνηση του παιδιού να πάει στο σχολείο), η ζωοφοβία (φόβος για τα ζώα) και ο φόβος για το σκοτάδι.

Βέβαια, θα πρέπει να είμαστε ιδιαίτερα προσεκτικοί όταν χρησιμοποιούμε τον όρο ‘φοβία’ για τις φοβικές αντιδράσεις που εκδηλώνουν τα παιδιά. Ορισμένες από αυτές μπορεί να φαντάζουν υπερβολικές στα μάτια των ενηλίκων, για το παιδί όμως να είναι μία φυσιολογική αντίδραση φόβου σε μια κατάσταση που από το ίδιο βιώνεται ως πραγματικά επικίνδυνη.

 

Για να εκτιμήσουμε εάν ένα παιδί με κάποια φοβία χρειάζεται θεραπεία, θα πρέπει να εκτιμήσουμε κυρίως 3 παράγοντες: α) τη συχνότητα εμφάνισης του φόβου β) αν ο φόβος είναι κοινός και γ) αν επιτρέπει στο άτομο να ζήσει μία φυσιολογική ζωή. Για παράδειγμα, ένας συνηθισμένος φόβος, όπως είναι ο φόβος για τα φίδια, ο οποίος δεν εκδηλώνεται με μεγάλη συχνότητα, δεν εμποδίζει ένα άτομο που έρχεται σπάνια σε επαφή με ένα τέτοιο ερέθισμα να ζήσει μια φυσιολογική ζωή. Αντίθετα, για ένα παιδί, η σχολική φοβία που το αναγκάζει να απουσιάζει συστηματικά από το σχολείο, έχει αρνητική επίπτωση στη ζωή του.

 

Η ανάπτυξη των φόβων επηρεάζεται τόσο από την ιδιοσυγκρασία και τις προσωπικές εμπειρίες του ατόμου, όσο και από τις αντιδράσεις του περιβάλλοντος κατά την εκδήλωση του φόβου. Για το λόγο αυτό, η στάση των γονέων παίζει σημαντικό ρόλο στην ενίσχυση ή την αποδυνάμωση των φόβων του παιδιού. Συγκεκριμένα, διαπιστώθηκε ότι ορισμένοι χειρισμοί που χρησιμοποιούν κάποιοι γονείς προκειμένου να βοηθήσουν το παιδί να ξεπεράσει τους φόβους του, οδηγούν στα αντίθετα αποτελέσματα. Ως τέτοιοι χειρισμοί αναφέρονται περιπτώσεις κατά τις οποίες οι γονείς αγνοούν και δεν δίνουν σημασία στους φόβους των παιδιών τους, για να μην «το κάνουν θέμα» και εστιάσουν την προσοχή του παιδιού σ’αυτό, ή φέρνουν το παιδί, δια της βίας, σε επαφή με το φοβικό ερέθισμα, προκειμένου να εξοικειωθεί με αυτό και έτσι να το ξεπεράσει. Εξίσου αναποτελεσματική αποδεικνύεται και η απομάκρυνση του φοβικού αντικειμένου από το παιδί, με τη σκέψη ότι αυτό θα το ηρεμήσει.

 

Η ουσιαστική βοήθεια που μπορούμε να προσφέρουμε στο παιδί που ταλαιπωρείται από τους φόβους του, είναι να το βοηθήσουμε να αναπτύξει δεξιότητες μέσω των οποίων θα μπορέσει να αντιμετωπίσει μόνο του τη φοβική κατάσταση. Αν για παράδειγμα ένα παιδί φοβάται το σκοτάδι, ο γονέας θα πρέπει να του δείξει που βρίσκεται ο διακόπτης του φωτός ή να τοποθετήσει ένα φακό δίπλα στο κρεβάτι του, ώστε το παιδί να μπορέσει, με δική του πρωτοβουλία να αντιμετωπίσει την κατάσταση, όποτε προκύψει.

 

Επίσης, σημαντικό είναι το παιδί να έρθει σταδιακά σε επαφή με το φοβικό αντικείμενο, ώστε να νιώσει ασφαλές και να μη βρεθεί σε κατάσταση πανικού. Για παράδειγμα, αν το παιδί έχει ένα γενικευμένο φόβο για τα ζώα, έχει σημασία να αρχίσει να αλληλεπιδρά με το λιγότερο επιθετικό ζώο. Αυτή η αλληλεπίδραση θα πρέπει να περάσει από διάφορα στάδια: πρώτα το παιδί, μαζί με το γονέα, να αντικρίσει το ζώο από μεγάλη απόσταση, έπειτα να έρθει βαθμιαία σε κοντινότερη επαφή και τελικά να το αγγίξει. Ο γονέας θα πρέπει συγχρόνως να διαβεβαιώνει το παιδί, τόσο με λόγια αλλά κυρίως και με τις πράξεις του, ότι η συγκεκριμένη κατάσταση δεν αποτελεί απειλή.

 

Τέλος, αν παρά τους διαφόρους χειρισμούς, το παιδί εξακολουθεί να φοβάται, θα πρέπει να ζητηθεί η βοήθεια του ειδικού, ώστε να προληφθούν οι συναισθηματικές διαταραχές που μπορεί να προκύψουν από μία τέτοια κατάσταση.

 

 

Πηγή: Κέντρο Λόγου ΕΥ ΛΕΓΕΙΝ


Αρχική Επιστημονική Ομάδα Συμβουλές Επιστημονικό Έργο Επικοινωνία
Δημήτρης Μαρούσος Θεραπευτής Λόγου & Επικοινωνίας Pgdip CCS, M.Sc.SLT, EFS, ECSF-Mentor, SFBTCert, Κέντρο Λόγου ΕΥ ΛΕΓΕΙΝ
Kερασιά Μαρούσου Γλωσσολόγος – Σύμβουλος Μελέτης, Θεραπεύτρια Επικοινωνίας & Μάθησης, PGD SPLD, SFBTcert, Κέντρο Λόγου ΕΥ ΛΕΓΕΙΝ


All rights reserved © Πιστοποιείται η κατοχύρωση λογοτύπων και υλικού Ιστοσελίδας ΕΥ ΛΕΓΕΙΝ


Εγγραφείτε για να λαμβάνετε ενημερώσεις για τις εκπαιδεύσεις

BOΛΟΣ
Διεύθυνση:
Σπυρίδη 2
Βόλος
2421033320
ΛΑΡΙΣΑ
Διεύθυνση:
Ηρώων Πολυτεχνείου - 28ης Οκτωβρίου (Είσοδος απο Χρ. Σμύρνης 7 - 3ος όροφος)
ΛΑΡΙΣΑ
2410231333