Σε ορισμένες πολιτείες των Η.Π.Α., οι οποίες δεν έχουν θεσπίσει νομικά το κατώτατο ηλικιακό όριο εισαγωγής στην Α/θμια εκπαίδευση, οι εκπαιδευτικοί φορείς διεξάγουν Τεστ Σχολικής Ετοιμότητας στους υποψήφιους μαθητές, τα οποία χρησιμοποιούνται ως αποκλειστικό ή συμπληρωματικό (ανάλογα με το σχολείο) κριτήριο εισαγωγής των παιδιών στην Α τάξη του Δημοτικού σχολείου.
Σχολική Ετοιμότητα σημαίνει ότι ένα σύνολο γνωστικών, γλωσσικών και ψυχοκινητικών δεξιοτήτων έχουν ωριμάσει σε τέτοιο βαθμό, ώστε το παιδί επιδεικνύει μία γενική ετοιμότητα να μυηθεί στο γραπτό λόγο (να διδαχθεί δηλαδή ανάγνωση και γραφή) και τις πρώτες αριθμητικές έννοιες. Οι προαπαιτούμενες αυτές ικανότητες, σε κανονικό ρυθμό ανάπτυξης, ωριμάζουν σε όλα τα παιδιά, κάποια χρονική στιγμή μεταξύ των 5 και 7 ετών και αφορούν: την αδρή κινητικότητα (ώστε να μπορούν να κινούνται με ευχέρεια στο χώρο), τη λεπτή κινητικότητα (ώστε να επιτυγχάνουν λεπτούς χειρισμούς και να πιάνουν σωστά το μολύβι), την οπτική αντίληψη και τον οπτικοκινητικό συντονισμό (ώστε να αναγνωρίζουν σχήματα/γράμματα, να αντιλαμβάνονται τις μεταξύ τους διαφορές και να τα σχεδιάζουν), τη φωνολογική ενημερότητα και την ακουστική διάκριση (ώστε να μπορούν να χειριστούν μεμονωμένους ήχους/φωνήματα), την ικανότητα εστίασης της προσοχής και διατήρησης της συγκέντρωσης για χρονικό διάστημα μεγαλύτερο των 5 λεπτών), το λεξιλόγιο και τη μορφοσύνταξη (ώστε να δομούν συγκροτημένο –για τα δεδομένα αυτής της ηλικίας– προφορικό λόγο) και τις προαριθμητικές έννοιες.
Ο σκοπός χρήσης των τεστ αυτών (όπως και των Τεστ Έγκαιρης Ανίχνευσης προβλημάτων λόγου και μάθησης που χρησιμοποιούνται από διάφορους φορείς ανά τον κόσμο) δεν είναι απλώς η εξασφάλιση του κριτηρίου εισαγωγής στην Α/θμια εκπαίδευση, αλλά και η παροχή βοήθειας σε παιδιά της Α Δημοτικού που είναι σχολικά ανέτοιμα και ως εκ τούτου ανήκουν στην ομάδα υψηλού κινδύνου για την εκδήλωση μαθησιακών προβλημάτων. Παρόλο που δεν υπάρχει πρώιμος δείκτης που να αποκαλύπτει με 100% αξιοπιστία τις μεταγενέστερες δυσκολίες των παιδιών σε γραφή και ανάγνωση, η αξιολόγηση και ο εντοπισμός των παιδιών αυτών συμβάλλει στην πρόληψη των δυσκολιών, καθώς το σχολείο προβλέπει ένα κατάλληλο πρόγραμμα υποστήριξης του αδύναμου μαθητή πριν ακόμη αυτός εκδηλώσει την αδυναμία του και επωμιστεί το βάρος της αποτυχίας.
Μια τέτοια παροχή κρίνεται ιδιαίτερα σημαντική, αν λάβει κανείς υπόψη του ερευνητικά δεδομένα που καταδεικνύουν ότι στη Βρετανία, το 40% των παιδιών με ειδικές μαθησιακές δυσκολίες (όπως η δυσλεξία) εντοπίζεται και ξεκινά κάποιο πρόγραμμα παρέμβασης ενόσω βρίσκεται στις τελευταίες τάξεις της Α/θμιας εκπαίδευσης και 15% των παιδιών ενώ πλέον παρακολουθεί την Β/θμια εκπαίδευση. Όπως καταλαβαίνει κανείς, σ’ αυτή τη σχολική ηλικία, τα περιθώρια για αποκατάσταση του προβλήματος είναι περιορισμένα, αφού εκτός των πρωτογενών δυσκολιών σε ανάγνωση και γραφή έχει συσσωρευθεί και πλήθος κενών σε άλλα γνωστικά αντικείμενα, τα οποία είναι δύσκολο να καλυφθούν, αλλά και η δικαιολογημένη –λόγω πολλαπλών αποτυχιών- δυσφορία του παιδιού για μάθηση και σχολείο.
Στην Ελλάδα, επίσημα στοιχεία για το χρόνο της διάγνωσης και έναρξης του προγράμματος αποκατάστασης δεν υπάρχουν, γιατί απουσιάζουν οι έρευνες. Ωστόσο, συνυπολογίζοντας τα παράπονα που διατυπώνουν εκπαιδευτικοί και τις ηλικίες των παιδιών που επισκέπτονται δημόσιους και ιδιωτικούς φορείς για διάγνωση μαθησιακών προβλημάτων, η κατάσταση φαίνεται να είναι χειρότερη: Μόνο 20% των παιδιών που έχουν παραπεμφθεί για αξιολόγηση στο Κέντρο Λόγου ΕΥ ΛΕΓΕΙΝ είναι πρώτης σχολικής ηλικίας, παρακολουθεί δηλαδή την Α ή Β Δημοτικού!
Ωστόσο, μια καθυστερημένη διάγνωση πάντα έχει αλλά αρνητικές συνέπειες:
Τα παιδιά με μαθησιακές δυσκολίες πρέπει να εντοπίζονται έγκαιρα και υποστηρίζονται κατάλληλα.
Πηγή: Κέντρο Λόγου ΕΥ ΛΕΓΕΙΝ
Tι είναι η μνήμη;
To γνωστικό σύστημα με το οποίο ο άνθρωπος είναι από τη γέννησή του προικισμένος διαθέτει μια εκπληκτική αρχιτεκτονική, που του επιτρέπει να προσλαμβάνει και να επεξεργάζεται τα δεδομένα από το περιβάλλον του και επομένως να κατανοεί, να σκέπτεται και να μαθαίνει. Ένα βασικό δομικό στοιχείο της νόησης είναι η μνήμη, μια σύνθετη και ατελώς μελετημένη ακόμη διαδικασία που αφορά τη συγκράτηση δεδομένων της εμπειρίας ή της μάθησης: Η μνήμη εγγράφει (κωδικοποιεί), διατηρεί (αποθηκεύει) και ανακαλεί (αναπλάθει) τις πληροφορίες που προσλαμβάνουμε μέσα από τις αισθήσεις μας.
Για κάθε τι που κάνουμε είμαστε αναγκασμένοι να θυμηθούμε μια σωρεία μικρών και μεγάλων πραγμάτων, που αφορούν τη ζωή μας ως παρελθόν, παρόν και μέλλον. Βέβαια, το να θυμηθούμε το όνομα ενός παλιού συμμαθητή ή την ημερομηνία γέννησης της κόρης μας, το να μάθουμε ποδήλατο και το να γράψουμε έκθεση ή να κάνουμε μαθηματικούς υπολογισμούς απαιτούν διαφορετικά είδη μνήμης, τα οποία τις περισσότερες φορές, όταν πρόκειται για σύνθετες διαδικασίες (πχ, οδήγηση αυτοκινήτου, γράψιμο έκθεσης) συνεργάζονται λειτουργικά.
Τι είναι η εργαζόμενη μνήμη;
Για πολλά χρόνια, γινόταν (και συνεχίζει να γίνεται) λόγος για τη διάκριση μεταξύ βραχύχρονης και μακρόχρονης μνήμης: Η βραχύχρονη μνήμη δέχεται τις πληροφορίες που το άτομο προσλαμβάνει μέσα από τις αισθήσεις του (κυρίως οπτικά ή ακουστικά) και τις συγκρατεί στον περιορισμένο χώρο της για λίγα δευτερόλεπτα. Ορισμένες από τις πληροφορίες αυτές, επιλεκτικά, μεταφέρονται έπειτα στη μακρόχρονη μνήμη, όπου και κωδικοποιούνται και παραμένουν πλέον για μεγάλο χρονικό διάστημα. Οι Βaddeley and Hitch (1974, 1992) αναθεώρησαν όμως αυτό το μοντέλο, εισάγοντας την έννοια της εργαζόμενης μνήμης, που προσδίδει μια έννοια δυναμική στην μέχρι τότε παθητική αντίληψη της βραχύχρονης μνήμης.
Η εργαζόμενη μνήμη θα μπορούσε μεταφορικά να περιγραφεί ως ο χώρος εργασίας, ο χώρος στον οποίο απλώνουμε και συνδυάζουμε τα παλιά και νέα δεδομένα μας, όταν καταπιανόμαστε με κάθε τύπου επίλυση προβλήματος στη σχολική ή καθημερινή μας ζωή. Όταν οδηγούμε, από τη στιγμή που, όντας σταματημένοι στο φανάρι, διαπιστώνουμε ότι άναψε πράσινο μέχρι τη στιγμή που ελέγχουμε το δρόμο και πατάμε γκάζι για να φύγουμε, λειτουργεί η εργαζόμενη μνήμη. Ένας μαθητής στα πρώτα σχολικά του βήματα θέτει επίσης σε λειτουργία την εργαζόμενη μνήμη του, κάθε φορά που επιχειρεί να διαβάσει και (κυρίως) να γράψει μια λέξη, κάθε φορά που επιχειρεί να αντιγράψει από τον πίνακα και, αργότερα, κάθε φορά που προσπαθεί να πει τον πολλαπλασιασμό ή να οργανώσει τις ιδέες του σε Έκθεση.
Σε τι βοηθά η εργαζόμενη μνήμη στο σχολείο;
Μια καλή εργαζόμενη μνήμη (προϊόν φύσης ή συστηματικής διδασκαλίας και εξάσκησης) είναι απαραίτητη για να αναπτυχθούν μαθησιακές ικανότητες όπως:
|
το παιδί πρέπει να θυμάται ό,τι ακούει (πχ,. Λέξεις, οδηγίες)
|
|
|
το παιδί πρέπει να θυμάται τι θέλει να πει, με ποια χρονική αλληλουχία, τι έχει ήδη πει από αυτά που θέλει και πώς (με ποιους κανόνες συντακτικού) πρέπει να δομήσει ό,τι θέλει να πει, ώστε να προκύψει το νόημα που επιθυμεί.
|
|
|
α) η ακουστική μνήμη θα επιτρέψει στο παιδί να αναγνωρίσει και να αναπαράγει τις αντιστοιχίες γράμματος – ήχου, να “δέσει” τις συλλαβές σε λέξη (χωρίς να χρειαστεί να επαναλάβει πολλές φορές την ανάγνωση των συλλαβών για να κατανοήσει περί ποιας λέξης πρόκειται) και θα το βοηθήσει να «ακούσει» και να διορθώσει τα φωνολογικά λάθη στο γραπτό του. β) η οπτική μνήμη θα βοηθήσει στην άμεση αναγνώριση των γραμμάτων και των λέξεων που το παιδί συναντά συχνά, έτσι ώστε θα επιταχύνει το ρυθμό ανάγνωσης.
|
|
|
ξεκινώντας από τη μνήμη των κινήσεων που απαιτούνται για το σχηματισμό των γραμμάτων, το παιδί πρέπει ακόμη να θυμάται το σχήμα και τη φορά των γραμμάτων, τη σειρά τους μέσα στη λέξη, το τονικό σημάδι, την ορθογραφία των λέξεων, τη γραμματική που θα του επιτρέψει να γράψει σωστά τις καταλήξεις, τη σύνταξη που θα το βοηθήσει να γράψει στη σωστή σειρά όλες τις λέξεις της πρότασης και τη στίξη.
|
|
|
το παιδί πρέπει να συγκρατήσει ονόματα και χρονολογίες, τη σωστή ακολουθία των γεγονότων και των ιδεών, και όλα όσα απαιτούνται για την κατανόηση ενός κειμένου πχ. ιστορίας.
|
Με δυο λόγια, η εργαζόμενη μνήμη ελέγχει το σύνολο της μάθησης, καθώς κάθε καινούρια δεξιότητα, ώσπου να αυτοματοποιηθεί, στηρίζεται εξολοκλήρου στη μνήμη που θα συντονίσει τις επιμέρους υποδεξιότητες που προαπαιτούνται.
Παιχνίδια καλλιέργειας της Ακουστικής Μνήμης
Και τα 2 παιχνίδια είναι ομαδικά και αφορούν άτομα ηλικίας 7 ετών έως …υπερήλικες, ενώ δεν απαιτούν καθόλου υλικά, πέραν της καλής σας διάθεσης για παιχνίδι και επικοινωνία.
Οι παίκτες διοργανώνουν ένα μεγάλο ταξίδι, με μια μόνο μεγάλη βαλίτσα. Κάθε παίκτης επιλέγει ένα επιπλέον αντικείμενο για πακετάρισμα, πρέπει ωστόσο να θυμάται όλα τα αντικείμενα που έχουν ήδη τοποθετήσει στη βαλίτσα οι συμπαίκτες του. Εάν ξεχάσει ένα από τα περιεχόμενα στη βαλίτσα, βγαίνει από το παιχνίδι. Νικητής είναι αυτός που θα καταφέρει να θυμάται τα περισσότερα αντικείμενα.
Πιο αναλυτικά:
Ενδεχόμενες Παραλλαγές:
Ενδεχόμενες Παραλλαγές:
Καλή σας διασκέδαση!
Πηγή: Κέντρο Λόγου ΕΥ ΛΕΓΕΙΝ
Το παιδί που δεν συγκεντρώνεται, έχει μαθησιακές δυσκολίες;
Τα παιδιά που δυσκολεύονται να εστιάσουν την προσοχή τους, να συγκεντρωθούν και να παραμείνουν συγκεντρωμένα για όσο χρόνο απαιτείται προκειμένου να ολοκληρώσουν τις εργασίες τους, τα παιδιά που ‘αφαιρούνται’, που ‘χάνονται’, που ‘το μυαλό τους πετάει’, αναμένεται συνήθως να εκδηλώσουν δυσκολίες στη μάθηση, ανεξάρτητα από το νοητικό τους δυναμικό. Κι αυτό γιατί δυσκολεύονται να οργανώσουν και να ελέγξουν τη συμπεριφορά τους, τηρούν τους κανόνες που απαιτεί το εκπαιδευτικό πλαίσιο, να επεξεργάζονται και να ακολουθούν προφορικές –ενίοτε και γραπτές– οδηγίες, να συγκρατούν και να ανακαλούν μακροσκελή κείμενα, να οργανώνουν το χρόνο τους ώστε να αντεπεξέλθουν στις γραπτές εργασίες, να διακρίνουν τα σημαντικά από τα ασήμαντα και να σειροθετούν τις σκέψεις και τις γνώσεις τους.
Βελτιώνεται η ικανότητα συγκέντρωσης;
Η ικανότητα εστίασης της προσοχής και διατήρησης της συγκέντρωσης βελτιώνεται στην πάροδο του χρόνου, καθώς προχωρά η φυσική ωρίμανση του παιδιού. Το παιδί που δεν συγκεντρώνεται (εφόσον δεν συντρέχουν συναισθηματικοί λόγοι που αποσπούν και μπλοκάρουν την προσοχή του, για κάποιο διάστημα) δυσκολεύεται στην πραγματικότητα να οργανώσει και να ελέγξει τη συμπεριφορά του, ώστε να καταφέρει να αντεπεξέλθει σε ό,τι του ζητείται, ανεξαρτήτως δυσκολίας. Στην πορεία του χρόνου ωστόσο, το κάθε παιδί, ανακαλύπτει μηχανισμούς που το βοηθούν να συγκεντρωθεί, όταν πρέπει –ανάλογα με τα κίνητρα που διαθέτει για να κάνει κάτι τέτοιο (πχ. κάποια παιδιά, στην προσπάθειά τους να κατανοήσουν και να αποστηθίσουν, κλείνουν τα αυτιά τους και διαβάζουν μεγαλόφωνα, ώστε να απομονώσουν όλους τους άλλους ήχους πλην της δικής τους φωνής).
Πώς θα μπορούσα να διευκολύνω το παιδί να συγκεντρωθεί, όταν διαβάζει;
Ο γονιός, σε συνεργασία με τον/την εκπαιδευτικό της σχολικής τάξης, μπορούν να ενισχύσουν την ικανότητα προσοχής και συγκέντρωσης του παιδιού, εάν του παράσχουν ένα πιο δομημένο πλαίσιο (στη σχολική τάξη ή/και μελέτη του), το οποίο θα του επιτρέψει να οργανώσει και να ελέγξει καλύτερα τη συμπεριφορά του. Πιο συγκεκριμένα, καλό θα είναι:
Πηγή: Κέντρο Λόγου ΕΥ ΛΕΓΕΙΝ
Δεδομένου ότι τo ακαδημαϊκό έτος συνιστά έναν πλήρη κύκλο εργασιών, καλό θα είναι οι «όροι εργασίας» για το 9μηνο που ακολουθεί (στόχοι, ωράριο, συνθήκες της σχολικής μελέτης), να τεθούν από τις πρώτες μέρες έναρξης της νέας σχολικής χρονιάς.
Σε συνεννόηση λοιπόν με τους άμεσα εμπλεκόμενους μαθητές και μαθήτριες, κλείστε, ήδη από τη μέρα του αγιασμού … συμφέρουσες συμφωνίες:
Οργανώστε το χώρο εργασίας:
Δώστε στο παιδί δυο-τρεις εφικτές και για την υπόλοιπη οικογένεια επιλογές (γραφείο, παιδικό δωμάτιο, κουζίνα ή αλλού), και αφήστε το να αποφασίσει το ίδιο πού θέλει να διαβάζει και πώς θέλει να διαμορφώσει το χώρο. Παρεμβαίνετε ωστόσο διακριτικά, προκειμένου να αποφευχθούν λάθη που εσείς αναγνωρίζετε αλλά το παιδί αγνοεί. (Γνωρίζετε, π.χ., ότι ένα παιδί με προσοχή που διασπάται θέλει χώρο λιτό σε ερεθίσματα. Ή, καταλαβαίνετε, ότι ένα παιδί με προβλήματα στην ανάγνωση δεν μπορεί να διαβάζει στο περισσότερο θορυβώδες δωμάτιο του σπιτιού, αφού δεν πρόκειται να ακούει ό,τι διαβάζει).
Οργανώστε το χρόνο εργασίας:
Καλό θα είναι συντονιστούν όλα τα μέλη της οικογένειας, έτσι ώστε κανείς να μην ενοχλεί κανέναν. Θέστε συγκεκριμένες ώρες μελέτης (εάν δεν γνωρίζετε τις απαιτήσεις της νέας σχολικής τάξης, κανονίστε μία ενημερωτική συνάντηση με τους εκπαιδευτικούς). Συνυπολογίστε τις μεγαλύτερες ή μικρότερες δυσκολίες του δικού σας παιδιού και ορίστε ένα λογικό χρονοδιάγραμμα εργασίας. Ορίστε συγκεκριμένα διαλείμματα (τα παιδιά με αδυναμίες στη συγκέντρωση χρειάζονται περισσότερα). Εάν το παιδί σας δεν γνωρίζει ακόμη την ώρα, φροντίστε -εάν δεν προλαβαίνετε να του τη διδάξετε- να το εξοικειώσετε με ένα ρολόι-ξυπνητήρι, το οποίο θα ρυθμίζετε εσείς και θα χτυπά στις προσυμφωνημένες ώρες.
Οργανώστε τη συνεργασία σας:
Συναποφασίστε εάν θα χρειαστεί βοήθεια για τα μαθήματά του. Στόχος σας θα πρέπει να είναι η σταδιακή αυτονόμηση του παιδιού. Ενθαρρύνετέ το λοιπόν να μελετά μόνο μου και στη συνέχεια να αναζητά βοήθεια για τα προβλήματα / απορίες του. Το ρόλο του βοηθού μπορείτε να αναλάβετε οι δύο γονείς –εφόσον η προηγούμενη εμπειρία σας είναι θετική. Εάν δυσκολεύεστε να επιβληθείτε και να συνεργαστείτε αρμονικά μαζί του, συζητήστε το ενδεχόμενο υποστήριξης από κάποιον εκπαιδευτικό.
Οργανώστε τον τρόπο μελέτης:
Σε ένα φύλλο χαρτί φτιάξτε ένα πλάνο με 3 στήλες: 1) Μαθήματα 2) Ώρα / διάρκεια εργασίας 3) Επιτυχία (κατά τον έλεγχο των εργασιών). Φωτοτυπήστε το, για να έχετε ένα για κάθε σχολική μέρα. Η 1η και 2η στήλη συμπληρώνονται (ενδεχομένως με τη δική σας βοήθεια) μόλις το παιδί επιστρέφει από το σχολείο και η 3η στο τέλος της μελέτης (με χαρούμενες και λυπημένες φατσούλες, ή ότι άλλο σας εμπνέει). Αφιερώνοντας ένα 5λεπτο για την οργάνωση του χρόνου “συμμαζεύετε” το χρόνο μελέτης, κερδίζοντας ελεύθερο χρόνο για το παιδί και για εσάς.
Αμοιβές και ποινές:
Ορίστε ένα σαφές σύστημα «αμοιβών» και «ποινών», ανάλογα με τα ενδιαφέροντα του παιδιού σας. Προσέξτε να μην είστε υπερβολικά αυστηροί ούτε επιεικείς. «Αμοιβές» μπορούν να δίνονται πχ. στο τέλος κάθε μήνα, εφόσον το παιδί έχει κερδίσει χαρούμενη φατσούλα (στην 3η στήλη των επιτυχιών) πχ. για 20 μέρες. «Ποινές» μπορεί να δοθούν εάν διαπιστωθεί ότι κάνει κάτι άλλο σε ώρα μελέτης, δεν τηρεί το ωράριό του, «κρύβει» ασκήσεις ή για όποιον άλλο λόγο εσείς εκτιμάτε ως σημαντικό.
Πηγή: Κέντρο Λόγου ΕΥ ΛΕΓΕΙΝ
Ως Έλληνες, ανήκουμε πλέον –γεωγραφικά, πολιτικά, οικονομικά– στο πλαίσιο της Ενωμένης Ευρώπης. Και εντασσόμαστε, με τους λοιπούς… εταίρους μας, σ’ ένα ευρύτερο ακόμη πλαίσιο, ενός κόσμου που καταργεί (;) τα –πολιτισμικά, αν μη τι άλλο– σύνορα και ενθαρρύνει την επικοινωνία των ανθρώπων μεταξύ τους. Το φράγμα της γλώσσας που βασάνισε τους κατοίκους της Βαβέλ, πολλά πολλά χρόνια πίσω, φαίνεται σήμερα να υποχωρεί, χάρη στην αξιόλογη προσπάθεια που καταβάλλουν οι ανά τον κόσμο δάσκαλοι ξένων γλωσσών.
Δεν χρειάζονται μακρηγορίες προκειμένου να πειστεί κανείς για τα οφέλη της εκμάθησης ξένων γλωσσών: η επικοινωνία με αλλόγλωσσους εντός και εκτός της χώρας, η πρόσβαση στην ξενόγλωσση βιβλιογραφία και σε εκπαιδευτικά ιδρύματα του εξωτερικού, η διεύρυνση των επαγγελματικών επιλογών, είναι κάποια από αυτά.
Στερώντας ένα παιδί από αυτές τις δυνατότητες, του δημιουργούμε – ενδεχομένως– μεγαλύτερη πίεση από αυτή στην οποία το υποβάλλουμε κατά τη διάρκεια της εκμάθησης μιας ξένης γλώσσας.
Ένα δίλημμα, ωστόσο, ανακύπτει, για γονείς και ξενόγλωσσους εκπαιδευτικούς, όταν έχουμε να κάνουμε με παιδιά με μαθησιακές δυσκολίες: Είναι σε θέση, το παιδί που αντιμετωπίζει μαθησιακή δυσκολία στη μητρική του γλώσσα, να αντεπεξέλθει στις απαιτήσεις ενός προγράμματος ξενόγλωσσης εκπαίδευσης; Και αν ναι, οι υποχρεώσεις του πρέπει να είναι όμοιες με αυτές των υπολοίπων μαθητών; Κατά πόσο ενδέχεται η μαθησιακή δυσκολία να «περάσει» και στην ξένη γλώσσα, και εάν είναι έτσι, πόσο επιεικείς οφείλουμε να είμαστε;
Οι δυσκολίες ενός παιδιού δεν περνούν ακριβώς από τη μια γλώσσα στην άλλη. Ένα παιδί με αδυναμία άρθρωσης κάποιων φθόγγων σε μία γλώσσα (πχ. ελληνικά), προφανώς, θα δυσκολευτεί και στην άρθρωση των ίδιων φθόγγων, εφόσον αυτοί υπάρχουν, και σε μια άλλη (πχ. αγγλικά). Δεν «περνά» όμως το πρόβλημα από τη μια γλώσσα στην άλλη. Εκδηλώνεται απλώς, το ίδιο πρόβλημα, και στις δύο γλώσσες. Κατά τον ίδιο τρόπο, ένα παιδί με πρόβλημα στο χειρισμό των γραπτών συμβόλων (ανάγνωση και γραφή) της μητρικής του γλώσσας, θα αντιμετωπίσει –το πιθανότερο– ανάλογες δυσκολίες και στην ξένη γλώσσα. Το πρόβλημα δεν είναι η συγκεκριμένη γλώσσα. Το πρόβλημα είναι τα γλωσσικά σύμβολα και η επεξεργασία των συμβόλων αυτών.
Επιπλέον, ας λάβουμε υπόψη, ότι ένα παιδί –με ή χωρίς δυσκολίες– έρχεται σε επαφή και μαθαίνει τη μητρική του γλώσσα (το σύστημα των φθόγγων και γραπτών συμβόλων που αυτή διαθέτει) πέραν του σχολείου (όπου η εκπαίδευση είναι συστηματική) και από την καθημερινή του εμπειρία με τη γλώσσα αυτή, ζώντας σε ένα πλούσιο σε γλωσσικά ερεθίσματα περιβάλλον, από τις πρώτες μέρες της ζωής του. Κατανοούμε τότε, πόσο πιο δύσκολο είναι, για το ίδιο παιδί, να μάθει μία ξένη γλώσσα, της οποίας η εκμάθηση και χρήση γίνεται από μία ορισμένη ηλικία και μετά (συνήθως μετά τα 7-8), σε συγκεκριμένες ώρες και συγκεκριμένο, τεχνητό περιβάλλον (μια αίθουσα διδασκαλίας), με συγκεκριμένους ανθρώπους (τον διδάσκοντα και τους συμμαθητές).
Και το πόνημα ανάγεται, βεβαίως, σε άθλο, εάν το παιδί αυτό έχει δυσκολίες στην πρόσληψη, επεξεργασία και παραγωγή γραπτού λόγου, όπως συμβαίνει, για παράδειγμα, σε ένα παιδί με δυσλεξία.
Το επίπεδο των μαθησιακών δυσκολιών ενός παιδιού στα ελληνικά αποτελεί –κατά πάσα πιθανότητα– αξιόπιστο δείκτη των δυσκολιών που το ίδιο παιδί θα αντιμετωπίσει και στις ξένες γλώσσες. Όχι τον μόνο δείκτη, ωστόσο. Η αυτοεκτίμηση και τα κίνητρα του παιδιού, η ενθάρρυνση από τους γονείς και η διδακτική και εκπαιδευτική προσέγγιση από τον ξενόγλωσσο καθηγητή είναι επίσης παράγοντες που συνεπιδρούν και διαμορφώνουν το μαθησιακό προφίλ του παιδιού στην ξένη γλώσσα.
Η μαθησιακή δυσκολία, δυστυχώς, δεν έχει εθνικότητα. Το παιδί με μαθησιακή δυσκολία όμως διαθέτει περιθώρια παρέμβασης, τα οποία ο ξενόγλωσσος εκπαιδευτικός οφείλει να αναγνωρίσει και να εκμεταλλευτεί. Εάν υπάρχουν ειδικοί του λόγου, που ήδη δουλεύουν με το παιδί, καλό θα είναι ο καθηγητής της ξένης γλώσσας, αφού εξασφαλίσει τη συγκατάθεση του γονιού, να έρθει σε επαφή μαζί τους, προκειμένου να ενημερωθεί για τις ιδιαίτερες δυσκολίες και μεθόδους εκπαιδευτικής παρέμβασης που συστήνονται για το συγκεκριμένο παιδί. Εάν όχι, οφείλει εν πρώτοις να ενημερώσει το γονιό για το βαθμό απόκλισης του παιδιού από την τάξη του και, εν συνεχεία, να επινοήσει τρόπους που θα βοηθήσουν το παιδί με μαθησιακή δυσκολία να ενταχθεί στο μαθησιακό περιβάλλον του, δίχως να ανακόψει ωστόσο την πορεία της υπόλοιπης τάξης.
Ενδεικτικά:
Τι μπορεί να κάνει ο εκπαιδευτικός της ξένης γλώσσας για να βοηθήσει το παιδί με Μ.Δ. στο πλαίσιο της τάξης
Σεβασμός στην ιδιαιτερότητα του παιδιού με δυσκολίες δεν σημαίνει απαλλαγή από καθήκοντα, δασκάλου και παιδιού. Σημαίνει, αντίθετα, ευελιξία και προσαρμογή των μεθόδων και στρατηγικών διδασκαλίας, έτσι ώστε να ανταποκρίνονται στις ιδιαίτερες ανάγκες του παιδιού. Κάθε παιδιού. Στόχος είναι η μάθηση και η ομαλή προσαρμογή των παιδιών, με ή χωρίς μαθησιακές δυσκολίες, στο πλαίσιο της ομάδας. Και μ’ αυτόν τον προσανατολισμό οφείλει να κινηθεί κάθε ξενόγλωσσος εκπαιδευτικός.
Πηγή: Κέντρο Λόγου ΕΥ ΛΕΓΕΙΝ
Το παιχνίδι δεν είναι απλώς μέσο αναψυχής και ευκαιρία για εκτόνωση. Καλλιεργεί δεξιότητες, ενθαρρύνει τη δημιουργικότητα, απελευθερώνει την προσωπική έκφραση, ευνοεί την επικοινωνία. Με δυο λόγια, ωφελεί τα μέγιστα και ποικιλοτρόπως.
Τα παιχνίδια με αριθμούς που προτείνουμε εδώ, καλλιεργούν και αναπτύσσουν τις λογικό-μαθηματικές έννοιες, ενθαρρύνουν την οργάνωση στρατηγικής σκέψης, βοηθούν στο σχεδιασμό πρακτικών για την επίλυση προβλημάτων αριθμητικής.
Πρόκειται για 3 παιχνίδια απλά που απαιτούν 2 τουλάχιστον παίχτες (και ένα -κατά το δυνατόν αξιοπρεπές- έπαθλο για το νικητή).
Παιχνίδι 1: ΔΕΚΑΠΕΝΤΕ
Νικητής του παιχνιδιού είναι αυτός που θα αποκτήσει 15 συνολικά βαθμούς με 3 μόνο προσπάθειες.
Παίχτες: Οσοιδήποτε
Ηλικία: 7 χρονών έως έφηβοι.
Υλικά: Μολύβι / στυλό και χαρτί, αριθμημένες κάρτες από το 1 έως το 9 και (για τους μικρότερους) αριθμητήρια.
Πώς παίζεται: Τοποθετούμε 9 κάρτες αριθμημένες από το 1 έως το 9.
Περαιτέρω Δραστηριότητες:
Παιχνίδι 2: ΑΘΡΟΙΣΜΑ ΕΚΑΤΟ
Παίχτες: Οσοιδήποτε
Ηλικία: 7 χρονών έως έφηβοι.
Υλικά: Μολύβι / στυλό και χαρτί.
Πώς παίζεται:
Παιχνίδι 3: Η ΜΑΧΗ ΤΩΝ ΑΡΙΘΜΩΝ
Το παιχνίδι αυτό απαιτεί στρατηγική σκέψη, ευχέρεια στο χειρισμό αριθμητικών πράξεων, «μαντικές» …ικανότητες, όπως το να μαντεύεις την σκέψη του άλλου, να υπολογίζεις με επιτυχία τις ευκαιρίες και, βέβαια, λίγη τύχη.
Παίχτες: οσοιδήποτε
Ηλικία: 7 έως ενήλικες.
Υλικά: Στυλό, μολύβι, χαρτί και ένας πίνακας με εφτά κύκλους, τετράγωνα ή τελίτσες στη σειρά και ένα πιόνι ή ένα κέρμα.
Πώς παίζεται:
Κάθε παίχτης ξεκινάει με 50 πόντους. Το πιόνι ή το κέρμα είναι τοποθετημένο στον μεσαίο κύκλο. Στόχος του παιχνιδιού είναι να μετακινηθεί το πιόνι του ενός στον τελευταίο κύκλο προς την πλευρά του αντίπαλου.
1 Ο κάθε παίχτης γράφει κρυφά έναν αριθμό πόντων που θέλει να ξοδέψει. Το ελάχιστο που επιτρέπεται είναι το 1. Όταν είναι έτοιμοι και οι δύο, οι αριθμοί αποκαλύπτονται. Ο παίχτης με το μεγαλύτερο αριθμό μετακινεί το πιόνι μία θέση προς τη πλευρά του εχθρού. Εάν οι αριθμοί είναι ίσιοι, το πιόνι δεν μετακινείται.
2 Μετά από κάθε αλλαγή, οι παίχτες συγκρίνουν τους πόντους που έχει ο καθένας ώστε να γνωρίζουν τη μεταξύ τους διαφορά, και οι γύροι συνεχίζονται.
3 Το παιχνίδι συνεχίζεται μέχρις ότου ο ένας παίχτης φτάσει στον τελευταίο κύκλο. Εάν ένας από τους παίκτες εξαντλήσει τους πόντους του, τότε μπορεί να δανειστεί πόντους από τον άλλον. Εάν και οι δύο παίκτες εξαντλήσουν τους πόντους τους πριν τη λήξη του παιχνιδιού, το παιχνίδι ξαναρχίζει.
Πηγή: Κέντρο Λόγου ΕΥ ΛΕΓΕΙΝ
Πώς μαθαίνουν την προπαίδεια στο σχολείο;
Μια πρώτη ιδέα για την προπαίδεια τα παιδιά παίρνουν γύρω στο τέλος της Α’ Δημοτικού, η συστηματική διδασκαλία της όμως γίνεται στη διάρκεια της Β’ Δημοτικού. Ωστόσο, ακόμη και ως την Ε’ ή ΣΤ’ Δημοτικού, σε πολλές σχολικές αίθουσες, μεγάλο ποσοστό μαθητών εξακολουθεί να κάνει λάθη στην εφαρμογή της προπαίδειας σε πολλαπλασιασμούς, διαιρέσεις και κατά την επίλυση προβλημάτων.
Η λειτουργία του πολλαπλασιασμού διδάσκεται αρχικά σε συνάφεια με τη λειτουργία της πρόσθεσης (το να πάρω 4 μπαλόνια και άλλα 4 μπαλόνια ισούται με το να πάρω 2 φορές από 4 μπαλόνια). Κατόπιν της ανάπτυξης του θεωρητικού σχήματος το οποίο, λίγο πολύ, τα περισσότερα παιδιά μίας κανονικής τάξης αντιλαμβάνονται –εφόσον το διδαχθούν πολυαισθητηριακά– παρατίθενται λίστες πολλαπλασιασμών, ως μεμονωμένες σειρές δεδομένων προς αποστήθιση, με τη μέθοδο του “1 φορά το 6 = 6”, “2 φορές το 6 = 12”, κ.ο.κ. ή “1 επί 6 = 6”, “2 επί 6 = 12”, κ.ο.κ. Το παιδί πρέπει να μάθει κατ’ αυτόν τρόπο την προπαίδεια των αριθμών 1 έως 10 (ή έως 12), πρέπει δηλαδή να αποστηθίσει 100 (ή 120) φράσεις με αριθμούς και λέξεις κενές νοήματος για το ίδιο.
Υπάρχει τρόπος να διευκολυνθεί το παιδί που δυσκολεύεται στην εκμάθηση της προπαίδειας;
Η εκμάθηση της προπαίδειας επιβαρύνει αποκλειστικά την εργαζόμενη μνήμη. Ένα παιδί με καλή ακουστική μνήμη, ανεξάρτητα από το επίπεδο γνωστικών ικανοτήτων του, την ικανότητα μαθηματικής σκέψης και την αντίληψη μαθηματικών εννοιών, αποστηθίζει τις ακολουθίες του πολλαπλασιασμού και εύκολα τις αναπαράγει (χωρίς απαραίτητα να αντιλαμβάνεται εννοιολογικά τη λειτουργία τους, ώστε να μπορεί πχ. να τις αξιοποιήσει κατά την επίλυση μαθηματικών προβλημάτων). Αντίστροφα, ένα παιδί με χαμηλή ακουστική μνήμη δυσκολεύεται να συγκρατήσει και να ανακαλέσει πληροφορίες, ταλαιπωρείται για το λόγο αυτό πολύ καιρό, εωσότου αυτοματοποιήσει τις αλληλουχίες του πολλαπλασιασμού. Για το παιδί αυτό, χρήσιμα θα ήταν τα εξής:
Πηγή: Κέντρο Λόγου ΕΥ ΛΕΓΕΙΝ
Πηγή: Κέντρο Λόγου ΕΥ ΛΕΓΕΙΝ
Η μάθηση μέσα από το παιχνίδι δεν αποτελεί νέο προσανατολισμό των παιδαγωγικών επιστημών. Αιώνες τώρα όλου του κόσμου τα παιδιά πλουτίζουν τη γνώση και την εμπειρία τους μέσα από το παιχνίδι, που αποτελεί άλλωστε την κεντρική δραστηριότητα της παιδικής ηλικίας. Κάθε παιδί που αφήνεται ελεύθερο να διαθέσει το χρόνο του κατά βούληση, θα επιλέξει να παίξει, γεγονός που όχι σπάνια αποτελεί αφορμή για εκνευρισμό των γονέων και οικογενειακές διενέξεις. Ωστόσο, αντί να αποτρέπετε το παιδί σας από το παιχνίδι, θα ωφελούσε περισσότερο, αν διαθέτατε λίγο από το χρόνο σας για να παίξετε κι εσείς μαζί του δημιουργικά.
Βασική αρχή των ειδικών που δουλεύουν με παιδιά με μαθησιακές δυσκολίες είναι η παροχή κινήτρων και η συνεχής επανάληψη της επιτυχίας σε μικρά σταθερά βήματα, που εγγυώνται την αυτοματοποίηση των δεξιοτήτων που έχουν ανεπαρκώς αναπτυχθεί. Το παιχνίδι αποτελεί το ιδανικότερο πλαίσιο για να επιτευχθεί μια τέτοια διαδικασία: Η ουσία του παιχνιδιού βρίσκεται στο ότι οι παίκτες αναλαμβάνουν δράση με σκοπό την ευχαρίστηση. Καταφέρνοντας λοιπόν να συντονίσουμε τη δράση αυτή και προσανατολίζοντάς την σε στόχους γνωστικά εποικοδομητικούς, εξασφαλίζουμε την απόλυτη συνεργασία του παιδιού σε μια έμμεσα μαθησιακή διαδικασία.
Πηγή: Κέντρο Λόγου ΕΥ ΛΕΓΕΙΝ
Τι είδους ασκήσεις βοηθούν στις πρώτες σχολικές τάξεις;
Μεγάλη σημασία στην εκμάθηση της ορθογραφίας στην Α και Β δημοτικού έχει ο τρόπος με τον οποίο οι λέξεις της ορθογραφίας υπαγορεύονται. Ο τρόπος που ενδείκνυται για τα παιδιά που δυσκολεύονται, είναι ο εξής: Ο γονιός/δάσκαλος λέει τη λέξη(πχ. συμφορά), το παιδί ακούει προσεκτικά, παρακολουθώντας τις κινήσεις στο στόμα του γονιού/δασκάλου. Το παιδί επαναλαμβάνει τη λέξη ολόκληρη (:συμφορά) και στη συνέχεια έναν έναν τους ήχους/φωνούλες της λέξης (: σ-υ-μ-φ-ο-ρ-ά). Σε περίπτωση λάθους (π.χ. σ-υ-φ-ο-ρ-ά), ο γονιός/δάσκαλος επαναλαμβάνει ολόκληρη τη λέξη (όχι μόνο το σημείο του λάθους), τονίζοντας με ιδιαίτερη έμφαση το σημείο που έγινε το λάθος (: συμμμμφορά), και ζητά από το παιδί να επαναλάβει και αυτό ολόκληρη τη λέξη. Το παιδί γράφει στη συνέχεια τη λέξη, υπαγορεύοντας στον εαυτό του δυνατά και απομονώνοντας έναν έναν τους ήχους της (σ – υ – μ – φ – ο – ρ – ά) γράφοντάς τους ταυτόχρονα. Ελέγχει (υπαγορεύοντας αργά) εάν έχει γράψει όλα τα γράμματα και εν συνεχεία ελέγχει αντιπαραβάλλοντας τη σωστή γραφή της λέξης από το βιβλίο.
Την περίοδο αυτή, η έμφαση δίνεται στην καταγραφή όλων των φθόγγων της λέξης στη σωστή σειρά και δεν ενδιαφέρουν ιδιαίτερα λάθη όπως ι αντί για ει.
Τι είδους ασκήσεις βοηθούν στις μεγαλύτερες σχολικές τάξεις;
Το παιδί διαβάζει την ορθογραφία του και τη γράφει. Ελέγχοντας από το βιβλίο, εντοπίζει τα λάθη του και αντιγράφει σε ένα χαρτί τη σωστή γραφή τους. Πατά με μαρκαδόρο τα γράμματα που είχε κάνει λάθος και διαβάζει τις σωστά γραμμένες λέξεις αρκετές φορές. Αντιγράφει τις λέξεις αυτές και εν συνεχεία τις ξαναγράφει και ελέγχει από το χαρτί του. Εάν παραμένουν τα ίδια ή άλλα λάθη επαναλαμβάνει τη διαδικασία, έως ότου οι λέξεις γραφούν σωστά. Τότε επιχειρεί να ξαναγράψει όλη την ορθογραφία.
Με τον τρόπο αυτό το παιδί ενισχύει σημαντικά την οπτική μνήμη που ενδεχομένως υπολείπεται και η οποία συνιστά σημαντικό παράγοντα επιτυχίας στην ορθογραφία.
Γιατί να διορθώνει το ίδιο το παιδί τα λάθη του;
Η αυτοδιόρθωση (το να διορθώνει δηλαδή το ίδιο το παιδί τα λάθη του ανατρέχοντας σε κάποιο κείμενο-υπόδειγμα ή στο λεξικό, για μεγαλύτερα παιδιά) είναι ιδιαίτερα εποικοδομητική, καθώς ενισχύει την απομνημόνευση και αυξάνει τις πιθανότητες «αποθήκευσης» της λέξης στο Οπτικό Λεξικό του παιδιού. Άλλωστε, ας μην τρέφουμε αυταπάτες: όταν το παιδί πάρει πίσω το διορθωμένο από το γονιό ή δάσκαλο γραπτό του, δεν θα προσέξει τα λάθη του. Στην καλύτερη περίπτωση, απλώς θα τα μετρήσει.
Ωστόσο, εάν για κάποιο λόγο χρειαστεί να διορθώσετε οι ίδιοι το γραπτό του παιδιού, υιοθετήστε και εσείς τη «θετική βαθμολογία»: εστιάστε και σημειώστε ό,τι είναι σωστό. Βαθμολογήστε με 4/10 αν το παιδί έχει 6 στις 10 λέξεις λάθος. Επιπλέον, εάν πρόκειται για εκτενείς γραπτές εργασίες (πχ. σκέφτομαι και γράφω), μη διορθώνετε όλα τα λάθη του παιδιού. Είναι ιδιαίτερα αποθαρρυντικό και διόλου λειτουργικό για το δυσορθόγραφο παιδί. Επιλέξτε έναν ή δύο τύπους λαθών τη φορά, ανάλογα με τη σχολική ηλικία, και το βαθμό δυσκολίας του παιδιού σας (πχ. τα -ω των ρημάτων ή, σε μεγαλύτερα παιδιά, τις καταλήξεις όλων των προσώπων στα ρήματα της ενεργητικής φωνής). Κάντε το ίδιο και στα επόμενα γραπτά του παιδιού, έτσι ώστε (στην προκειμένη περίπτωση) το παιδί να «βομβαρδιστεί» με ρηματικές καταλήξεις, μέσα στις επόμενες ημέρες.
Άσκοπο είναι επίσης να διορθώνετε τα ορθογραφικά λάθη στο γραπτό ενός παιδιού που δεν γράφει φωνολογικά σωστά και το γραπτό του είναι γεμάτο με προσθήκες, παραλείψεις, αντιστροφές και επαναλήψεις γραμμάτων ή συλλαβών. Τα λάθη στην ορθογραφία διορθώνονται μόνον εφόσον το παιδί γράφει στη σωστή σειρά όλους τους φθόγγους που ακούει σε μια λέξη.
Ο γραφικός χαρακτήρας βελτιώνεται;
Δεδομένου ότι δεν υπάρχουν κινητικές δυσκολίες που ευθύνονται για τη δυσγραφία (και απαιτούν ειδική εργοθεραπευτική παρέμβαση), επιτυχημένη παρέμβαση στο γραφικό χαρακτήρα του παιδιού μπορεί να γίνει στην Α και Β δημοτικού. Από εκεί και πέρα, μικρές βελτιώσεις μόνο είναι εφικτές, γιατί τα παιδιά φέρνουν ισχυρές αντιστάσεις. Κι αυτό γιατί αποκατάσταση στο γραφικό χαρακτήρα σημαίνει γράφω πιο αργά (και άρα καθυστερώ να τελειώσω τις εργασίες μου) για ένα διάστημα, ώσπου να μπορέσω να αυτοματοποιήσω το νέο σχεδιασμό των γραμμάτων μου – ποιο παιδί όμως έχει την υπομονή και την πειθαρχία να κάνει κάτι τέτοιο αδιαμαρτύρητα;
Ωστόσο, εάν επιχειρείτε να βοηθήσετε το παιδί σας να βελτιώσει το γραφικό του χαρακτήρα, μην το πιέζετε με δηλώσεις του τύπου «γράμματα είναι αυτά;». Εάν θεωρείτε ότι τα γράμματά του δεν είναι καλά, εξηγήστε του γιατί (πχ. «δεν κλείνεις επαρκώς τα στρόγγυλα γράμματα») και βοηθήστε το να τα διορθώσει, αφού καταλάβει σαφώς τι πρέπει να κάνει.
Πηγή: Κέντρο Λόγου ΕΥ ΛΕΓΕΙΝ
Bασικός στόχος του προγράμματος γραφής/ορθογραφίας στις δύο πρώτες σχολικές τάξεις είναι η σωστή γραφο-φωνημική αντιστοιχία, η πιστή καταγραφή δηλαδή της αλληλουχίας των ήχων που συναποτελούν κάθε λέξη. Προκειμένου να επιτευχθεί ο στόχος αυτός, χρήσιμες ενδέχεται να φανούν οι παρακάτω δραστηριότητες:
Yπαγόρευση & Διόρθωση λέξεων:
ο γονιός/δάσκαλος υπαγορεύει τη λέξη, το παιδί την επαναλαμβάνει, λέει έναν έναν τους ήχους που την αποτελούν (όχι τα γράμματα) ανοίγοντας για κάθε ήχο ένα δάκτυλο, και αρχίζει να γράφει τη λέξη. Αφού τελειώσει, διαβάζει αργά τη λέξη (ανασυνθέτοντας την αλληλουχία γραφημάτων και όχι ανακαλώντας τη λέξη με βάση τη σημασιολογία της), ελέγχοντας γράμματα και τονισμό.
Yπαγόρευση & Διόρθωση φράσεων/ προτάσεων:
ο γονιός/δάσκαλος υπαγορεύει την πρόταση, το παιδί την επαναλαμβάνει ολόκληρη και αρχίζει να γράφει κάθε λέξη αφού πρώτα την επαναλάβει προφορικά. Αφού τελειώσει, διαβάζει την πρόταση, ελέγχοντας τα κεφαλαία και τις τελείες, τη στίξη και τον τονισμό, την ορθογραφία και συμπληρώνοντας τις λέξεις που ενδεχομένως λείπουν.
Ανάλογα με το παιδί, καλό είναι η ορθογραφία να γράφεται κάθε δεύτερη σειρά.
(Αν το παιδί δυσκολεύεται να θυμηθεί και να αφήσει τις ενδιάμεσες σειρές, μπορείτε να του τις σημειώσετε πχ. με ένα αστεράκι στην αρχή κάθε σειράς που πρέπει να μείνει κενή).
Κατά τον έλεγχο της ορθογραφίας του, το παιδί τσεκάρει τις σωστές λέξεις, ενώ αυτές όπου υπάρχει λάθος τις κλείνει σε παρένθεση και τις ξαναγράφει σωστά ακριβώς από κάτω, στην κενή σειρά.
Η αυτοδιόρθωση (το να διορθώνει δηλαδή το ίδιο το παιδί τα λάθη του, ανατρέχοντας σε κάποιο κείμενο-υπόδειγμα ή στολεξικό, για μεγαλύτερα παιδιά) είναι ιδιαίτερα εποικοδομητική, καθώς ενισχύει την απομνημόνευση και αυξάνει τις πιθανότητες «αποθήκευσης» της λέξης στο Οπτικό Λεξικό του παιδιού Άλλωστε, ας μην τρέφουμε αυταπάτες: όταν ένα παιδί παίρνει πίσω το διορθωμένο από το γονιό ή δάσκαλο γραπτό του, δεν προσέχει τα λάθη του – στην καλύτερη περίπτωση, απλώς θα τα μετρήσει.
Ωστόσο, εάν για κάποιο λόγο χρειαστεί να διορθώσετε οι ίδιοι το γραπτό του παιδιού, υιοθετήστε και εσείς τη «θετική βαθμολογία»: εστιάστε και σημειώστε ό,τι είναι σωστό. Βαθμολογήστε με 4/10 αν το παιδί έχει 6 στις 10 λέξεις λάθος. Επιπλέον, εάν πρόκειται για εκτενείς γραπτές εργασίες (πχ. σκέφτομαι και γράφω), μη διορθώνετε όλα τα λάθη του παιδιού. Είναι ιδιαίτερα αποθαρρυντικό και διόλου λειτουργικό για το δυσορθόγραφο παιδί. Επιλέξτε έναν ή δύο τύπους λαθών τη φορά, ανάλογα με τη σχολική ηλικία, και το βαθμό δυσκολίας του συγκεκριμένου παιδιού (πχ. τα -ω των ρημάτων ή, σε μεγαλύτερα παιδιά, τις καταλήξεις όλων των προσώπων στα ρήματα της ενεργητικής φωνής). Κάντε το ίδιο και στα επόμενα γραπτά του παιδιού, έτσι ώστε (στην προκειμένη περίπτωση) το παιδί να «βομβαρδιστεί» με ρηματικές καταλήξεις, μέσα στις επόμενες ημέρες.
Άσκοπο είναι επίσης να διορθώνετε τα ορθογραφικά λάθη στο γραπτό ενός παιδιού που δεν γράφει φωνολογικά σωστά και το γραπτό του είναι γεμάτο με προσθήκες, παραλείψεις, αντιστροφές και επαναλήψεις γραμμάτων ή συλλαβών. Τα λάθη στην ιστορική ορθογραφία διορθώνονται μόνον εφόσον το παιδί γράφει σε σωστή αλληλουχία όλους τους φθόγγους που ακούει σε μια λέξη.
Μην πιέζετε το παιδί να αλλάξει το γραφικό του χαρακτήρα, με παρατηρήσεις του τύπου «τι γράμματα είναι αυτά;». Εάν θεωρείτε ότι τα γράμματά του δεν είναι καλά, εξηγήστε του γιατί (πχ. «δεν κλείνεις επαρκώς τα στρόγγυλα γράμματα») και βοηθήστε το να τα διορθώσει, αφού καταλάβει σαφώς τι πρέπει να κάνει.
Ασκήσεις με πακέτα Καρτών
Φτιάξτε ένα πακέτο με κάρτες λέξεων υψηλής συχνότητας (ανάλογα με τη χρονική και σχολική ηλικία του παιδιού). Το παιδί διαβάζει το πακέτο 1 φορά την ημέρα. Ακολουθεί υπαγόρευση, έλεγχος και αυτο-διόρθωση (με τη βοήθεια του πακέτου). Εάν μία λέξη γράφεται σωστά για (πχ.) 10 συνεχόμενες φορές, τότε θα αφαιρείται από το πακέτο, στο οποίο θα μπαίνει δοκιμαστικά για (πχ.) 5 μέρες τον επόμενο μήνα.
Φτιάξτε επίσης ένα πακέτο με κάρτες λέξεων που παρουσιάζουν ορισμένες ορθογραφικές ιδιομορφίες / δυσκολίες (πχ. λέξεις της καρτέλας ή λέξεις που το παιδί κάνει συχνά λάθος). Το παιδί α) διαβάζει τη λέξη, β) λέει μία μία τις φωνούλες που τη συνθέτουν γ) κρύβει τη λέξη και τη γράφει δ) ελέγχει από την κάρτα. Ορίζεται και εδώ ένας αριθμός επιτυχιών, μετά την κάλυψη του οποίου η κάρτα βγαίνει από το πακέτο, και επανέρχεται δοκιμαστικά τον επόμενο μήνα.
Τέλος, μπορείτε να φτιάξετε ένα πακέτο με κάρτες λέξεων που αφορούν ένα συγκεκριμένο ορθογραφικό φαινόμενο (πχ. τις καταλήξεις –ε και –αι των ρημάτων). Το παιδί πρέπει να κατηγοριοποιήσει, να αντιστοιχίσει, να συμπληρώσει ή να γράψει καθ’ υπαγόρευση τις κάρτες.
Πηγή: Κέντρο Λόγου ΕΥ ΛΕΓΕΙΝ
Kαθημερινές δραστηριότητες ανάγνωσης/γραφής
Κάθε μέρα, το παιδί της πρώτης σχολικής ηλικίας πηγαίνει στο σχολείο του, όπου υπό την καθοδήγηση των δασκάλων του καταβάλλει επί πέντε ώρες ιδιαίτερες προσπάθειες να μάθει να διαβάζει και να γράφει, δεξιότητες σαφώς διακριτές και ελάχιστα λειτουργικές κατά την παιδική κρίση. Επιστρέφοντας στο σπίτι το μεσημέρι, κανένα παιδί, όσο φιλότιμο και πειθαρχημένο να είναι, δεν δείχνει ιδιαίτερα πρόθυμο να διαβάσει και να γράψει κάτι παραπάνω από τις εργασίες του για την επόμενη ημέρα, παρά τις σχετικές καλοπροαίρετες υποδείξεις των γονιών του.
Το παιδί χρειάζεται χρόνο και εκπαίδευση για να μπορέσει να αντιληφθεί τη λογική και τη συσχέτιση της γραφής με την ανάγνωση. Χρειάζεται εμπειρίες για να κατανοήσει βιωματικά τη λειτουργικότητα των δύο στη ζωή του. Και εναπόκειται σε εσάς, τους γονείς, να του χαρίσετε τις εμπειρίες αυτές, μέσα από διαδικασίες ευχάριστες και ενδιαφέρουσες για το παιδί.
Ως γονείς, είστε εσείς που μάθατε στο παιδί σας να ζει και να μαθαίνει, από τις πρώτες μέρες της ζωής του. Θα πρέπει να ξέρετε ότι είναι και δικός σας ρόλος, λειτουργώντας συμπληρωματικά στο έργο των δασκάλων, να εξοικειώσετε το παιδί με τις δύο αυτές βασικές μαθησιακές δεξιότητες. Η ανάγνωση μπορεί να προάγει τη γραφή και η γραφή σαφώς βελτιώνει την ανάγνωση. Βοηθήστε το παιδί σας να κάνει τη σύνδεση ανάγνωσης και γραφής και να εντάξει και τα δύο λειτουργικά στη ζωή του. Μην επικαλείστε την ανεπάρκεια εκπαιδευτικών γνώσεων ή υλικού. Έχετε επάρκεια διάθεσης, κι αυτό, πιστέψτε με, αρκεί.
Μετατρέψτε μικρές καθημερινές δραστηριότητες που μοιράζεστε με το παιδί σε μοναδικές, άμεσες εμπειρίες άσκησης της γραφής και ανάγνωσης. Μυήστε το παιδί σας στο γραπτό λόγο. Υπάρχουν, ευτυχώς, αρκετά καθημερινά ‘τεχνάσματα’ που μπορείτε να χρησιμοποιήσετε για να κάνετε το παιδί σας να αγαπήσει την ανάγνωση και τη γραφή:
Με δυο λόγια, εκθέστε το παιδί σας στο γραπτό λόγο και δημιουργήστε του ευκαιρίες για να διαβάζει και να γράφει ιστορίες, ανέκδοτα, λίστες, μηνύματα, σημειώματα, κάρτες και γράμματα σε συγγενείς και φίλους, και ό,τι άλλο εσείς επινοήσετε. Η ανάγνωση και η γραφή, ως δεξιότητες, αλληλοϋποστηρίζονται. Αντιληφθείτε τες συνδυαστικά και βοηθήστε και το παιδί σας να τις συσχετίσει.
Πηγή: Κέντρο Λόγου ΕΥ ΛΕΓΕΙΝ
Τι σημαίνει αυτοματοποίηση;
Πλήθος δραστηριότητες στη ζωή μας που οδηγούν στην απόκτηση δεξιοτήτων είναι συνυφασμένες με την έννοια της αυτοματοποίησης. Ξεκινάμε το βάδισμα δειλά ως βρέφη και όταν αυτοματοποιούμε την ικανότητα δεν συνειδητοποιούμε πλέον τα βήματά μας και τον συγκεκριμένο τρόπο με τον οποίο κουνάμε τα πόδια μας. Το κούμπωμα των ρούχων, το δέσιμο των κορδονιών, ο χορός, η οδήγηση και τόσα άλλα, γίνονται μ’ έναν τρόπο συνειδητό στην αρχή που συγκεντρώνει όλη μας την προσοχή, αυτοματοποιούνται όμως γρήγορα μέσα από συνεχή εξάσκηση. Το ίδιο ισχύει και για το διάβασμα ή το γράψιμο, που συνιστούν πολύπλοκες διαδικασίες και απαιτούν την ταυτόχρονο, παράλληλη και αυτόματη συνεργασία και συντονισμό πολλών επιμέρους μηχανισμών. Ο ενήλικας διαβάζει και γράφει με την ίδια ευκολία που ένας ακροατής ακούει. Το παιδί θα το κάνει αυτό μόνον εάν αυτοματοποιήσει τις δεξιότητες της ανάγνωσης και της γραφής.
Πώς μπορώ να βοηθήσω το παιδί να αυτοματοποιήσει;
Τα συστατικά στοιχεία της επιτυχίας στην αυτοματοποίηση δεξιοτήτων συνίστανται στα εξής: μικροί στόχοι – ενθάρρυνση – παροχή κινήτρων – συνεχής επανάληψη της επιτυχίας – επιβράβευση (Ακριβώς το αντίθετο δηλαδή, από ό,τι ένα παιδί δυσκολίες στην ανάγνωση και γραφή βιώνει στην καθημερινή του πρακτική στο σπίτι και το σχολείο).
Τι σημαίνει αυτό πρακτικά: όταν η ανάγνωση ή η γραφή λέξεων, φράσεων και κειμένων γίνεται πολλές φορές και σωστά, τελικά αυτοματοποιείται. Όσο ο μαθητής διαβάζει και γράφει κάνοντας λάθη, η επανάληψη μόνο της προσπάθειας δεν αρκεί. Πρέπει να περάσει αρκετός χρόνος επαναλαμβανόμενων, απολύτως επιτυχημένων προσπαθειών ώστε η λειτουργία να αυτοματοποιηθεί. Ο οδηγός που συστηματικά τρακάρει δεν αποκτά ευχέρεια στην οδήγηση, κι ας γνωρίζει τέλεια τη θεωρία. Το παιδί που κάνει λάθη και αναγκάζεται να τα επαναλάβει ξανά και ξανά αισθάνεται την ίδια πίεση και ανασφάλεια. Θα ‘ταν παράλογο να περιμέναμε σε τέτοιες συνθήκες να αγαπήσει το γραπτό λόγο.
Πώς θα εξασφαλιστεί η επιτυχία στις απόπειρες γραφής/ανάγνωσης;
Εδώ υπεισέρχονται τα κίνητρα, ισχυρότατο επίσης συστατικό της επιτυχίας. Για να μάθω να οδηγώ χρειάζεται ένα περισσότερο ενθουσιώδες κίνητρο από την υπόδειξη των γονιών και των δασκάλων μου ότι οφείλω να μάθω να οδηγώ. Χρειάζεται με κάποιον τρόπο να έχω πειστεί για τη χρησιμότητα της οδήγησης, και μάλιστα να έχω νιώσει άμεσα την αναγκαιότητά της. Κανείς νομίζω δεν θα παρακολουθούσε με ζήλο μαθήματα οδήγησης, εάν του έλεγαν, ότι αργότερα θα καταλάβει πόσο χρήσιμη είναι. Καταβάλλουμε προσπάθεια μόνο όταν είμαστε σίγουροι για τα αποτελέσματα των κόπων μας. Και τα αποτελέσματα για ένα παιδί –συχνά και για έναν ενήλικα– μπορούν να είναι μόνο βραχυπρόθεσμα. Ας σταματήσουμε λοιπόν να απαιτούμε από εξάχρονα, οκτάχρονα και δεκάχρονα παιδιά να καταλάβουν ότι αν δεν διαβάσουν δεν θα μπορέσουν να μπουν στο πανεπιστήμιο, δέκα χρόνια αργότερα, ή δεν θα έχουν μια καλή δουλειά, στην επόμενη εικοσαετία, κι ας βρούμε άλλους τρόπους να τα κινητοποιήσουμε, τρόπους ευχάριστους, λειτουργικούς, σε άμεση σχέση με την καθημερινή τους εμπειρία.
Τελικός στόχος είναι το παιδί να αποκτήσει θετικό εσωτερικό κίνητρο που συνδέεται με την επιτυχία. Στην περίπτωση που το παιδί αναπτύσσει με δυσκολία εσωτερικό κίνητρο, μπορούμε να το κινητοποιήσουμε παρέχοντας μια εξωτερική επιβράβευση: προσφέρουμε οποιαδήποτε μορφή βραβείου ή συγκεντρώνουμε βαθμούς ή ό,τι άλλο μπορέσουμε να επινοήσουμε, προκειμένου να διατηρήσουμε ζωντανό το ενδιαφέρον του συγκεκριμένου παιδιού. Ασφαλώς δεν επιβραβεύουμε συμπεριφορές που δεν χρήζουν επαίνου, γιατί τα παιδιά το αντιλαμβάνονται. Γι’ αυτό και οι εκάστοτε στόχοι πρέπει να είναι μικροί, ώστε να εγγυώνται απόλυτη επιτυχία σε κάθε εξελικτικό στάδιο.
Πηγή: Κέντρο Λόγου ΕΥ ΛΕΓΕΙΝ
Ελέγξτε το άγχος σας
Προσπαθήστε να διατηρήσετε τη στάση που είχατε για το σχολείο όταν το παιδί σας πήγαινε στον παιδικό ή τα νήπια. Συνεχίστε να ρωτάτε “πώς τα πέρασες σήμερα στο σχολείο”, αντί “πώς τα πήγες σήμερα στο σχολείο;”. Ειδικά τις πρώτες μέρες στην Α’ Δημοτικού, είναι σημαντικό να σας ενδιαφέρει η διάθεση του παιδιού για το σχολείο και όχι οι επιδόσεις του στη σχολική τάξη. Δώστε χρόνο στο παιδί να προσαρμοστεί στα νέα δεδομένα και μην το φέρνετε αντιμέτωπο με τις προσδοκίες σας, που έτσι και αλλιώς είναι πολύ νωρίς να τις κατανοήσει. Μην το βομβαρδίζετε με ερωτήσεις για το τι ρώτησε ο δάσκαλος/η δασκάλα και τι απάντησε το παιδί (πιθανότατα δεν θα θυμάται). Μην του μεταδίδετε την αγωνία σας, μην το πιέζετε με όλα αυτά που πρέπει να κάνει, εάν σας αγαπάει (!) την επόμενη μέρα. Θυμηθείτε: προτού να γίνει κάποιος καλός μαθητής/καλή μαθήτρια, πρέπει πρώτα να νιώσει ασφαλής στο σχολείο, ώστε να μπορέσει να το αγαπήσει.
Ενισχύστε τη θετική εικόνα του σχολείου
Υπάρχουν παιδιά που λατρεύουν το σχολείο από την πρώτη κιόλας μέρα. Τα παιδιά αυτά έχουν συνήθως ιδιοσυγκρασία κοινωνική, εξωστρεφή και είναι στην πλειονότητά τους γνωστικά, γλωσσικά και συναισθηματικά ώριμα για την ένταξή τους στο δημοτικό σχολείο. Δεν είναι έτσι όμως όλα τα παιδιά που εγγράφονται στην Α’ Δημοτικού. Ανάμεσά τους υπάρχουν παιδιά ανώριμα (γνωστικά, γλωσσικά ή συναισθηματικά), παιδιά με δυσκολίες προσαρμογής, κίνησης, μάθησης, τα οποία βιώνουν το σχολικό περιβάλλον ως καθημερινή απειλή. Προσπαθήστε να κατανοήσετε τους φόβους τους και να νιώσετε τις αγωνίες τους ώστε να μπορέσετε να τους βοηθήσετε, αλλά μην υποστηρίζετε τη στάση τους, με οποιοδήποτε τρόπο. Εστιάστε στα όμορφα της νέας ζωής, που το παιδί σας μπορεί να μην «βλέπει». Και κυρίως μην διαπραγματεύεστε «ανταλλαγές» οποιουδήποτε τύπου (πχ. αν διαβάσεις, θα σου πάρω το «…», αν πας σχολείο, μετά θα πάμε στο πάρκο).
Ενθαρρύνετε την αυτονομία στην οργάνωση και τη μελέτη
Μην του ξύνετε τα μολύβια, μην σβήνετε τις κακογραφίες, μην ολοκληρώνετε τις εργασίες του, μην του ετοιμάζετε τη σχολική τσάντα. Δείξτε του πώς να κάνει ό,τι χρειάζεται, αλλά μην το κάνετε εσείς, επειδή είναι κουρασμένο, καθυστερεί ή δεν υπακούει. Το παιδί οφείλει να προσαρμοστεί στα νέα δεδομένα, ένα εκ των οποίων είναι ο ρόλος του ως μαθητής/μαθήτρια. Μην αναλαμβάνετε λοιπόν μέρος του ρόλου του. Εάν το παιδί δεν συνεργάζεται, ενημερώστε τον/την εκπαιδευτικό, ζητήστε τη βοήθειά του/της και συζητήστε το ενδεχόμενο να συμβουλευτείτε ψυχολόγο για θέματα οριοθέτησης, προκειμένου να αποφύγετε μια νέα σχέση εξάρτησης του παιδιού από εσάς, που εάν εδραιωθεί τώρα ενδέχεται να σας δυσκολέψει πολύ στο μέλλον.
Δημιουργήστε με τους εκπαιδευτικούς σχέσεις συνεργασίας
Σχέση συνεργασίας σημαίνει κοινοί στόχοι και συντονισμένη προσπάθεια (από διαφορετική ενδεχομένως οπτική γωνία) για την επίτευξή τους. Οι εκπαιδευτικοί είναι οι μόνοι ίσως άνθρωποι που μοιράζονται μαζί σας το ενδιαφέρον για τη σχολική πρόοδο των παιδιών σας: εάν το παιδί προοδεύει, εσείς νιώθετε περήφανοι όπως και ο/η εκπαιδευτικός που αισθάνεται ότι το εκπαιδευτικό του/της έργο είναι αποτελεσματικό. Μοιραστείτε λοιπόν μαζί τους, από την αρχή της χρονιάς ό,τι σας απασχολεί σε σχέση με το παιδί και αισθάνεστε ότι μπορεί να επηρεάσει την ακαδημαϊκή του εξέλιξη. Μην αποκρύπτετε βασικές πληροφορίες, όπως αναπτυξιακά προβλήματα, δυσκολίες κατά την προσχολική ηλικία, ενδεχόμενη λογοθεραπευτική ή άλλη θεραπευτική παρέμβαση. Το έργο των εκπαιδευτικών δεν είναι να κρίνουν τα παιδιά σας, αλλά να τους παρέχουν την μέγιστη δυνατή βοήθεια προκειμένου να μπορέσουν να αντεπεξέλθουν στις απαιτήσεις της ακαδημαϊκής ζωής.
Πηγή: Κέντρο Λόγου ΕΥ ΛΕΓΕΙΝ
Tο καλοκαίρι είναι εποχή για ξεκούραση, ηρεμία, χαλάρωση, βόλτες, μπάνια και ώρες ξέγνοιαστο παιχνίδι με τους μικρούς και τις μικρές της οικογένειας. Ενθαρρύνοντας λοιπόν αυτή την παιγνιώδη διάθεση των παιδιών –αλλά και τη δική μας- μπορούμε να παίξουμε μαζί τους δημιουργικά, παιχνίδια που διασκεδάζουν, μυώντας ταυτόχρονα στον κόσμο των εννοιών και της γνώσης.
Κάτι τέτοιο πρόκειται να αποβεί ιδιαίτερα χρήσιμο για τα «πρωτάκια» κυρίως, μιας που έτσι θα ξεκινήσουν σε γερές βάσεις την πρώτη τους σχολική χρονιά.
Πηγή: Κέντρο Λόγου ΕΥ ΛΕΓΕΙΝ
Οι παιδαγωγοί πείθονται ολoένα και περισσότερο, ότι η εκπαίδευση που λαμβάνει το παιδί από τους γονείς του κατά τη βρεφική ηλικία συνιστά παράγοντα αποφασιστικό για την εξέλιξη των νοητικών του ικανοτήτων και την κατάκτηση εννοιών που θα το βοηθήσουν να εργαστεί στη συνέχεια αποδοτικά, με την είσοδό στο σχολείο.
Από μελέτες που έχουν γίνει, καταδεικνύεται το γεγονός ότι η πιο ενεργητική περίοδος ανάπτυξης -σωματικής και νοητικής- του παιδιού, είναι το διάστημα από τη γέννηση μέχρι και την ηλικία των 4 χρόνων, οπότε και μπορούμε να λάβουμε σημαντικές πλέον ενδείξεις για τη νοημοσύνη του παιδιού. Εύλογο είναι λοιπόν, ότι τα ερεθίσματα που θα προσφέρουν οι γονείς στο παιδί τα πρώτα αυτά χρόνια της ζωής του – και κυρίως η μητέρα, που περνά συνήθως περισσότερο χρόνο με το παιδί – είναι αυτά που θα καθορίσουν την μετέπειτα συναισθηματική και νοητική εξέλιξή του και ακαδημαϊκή πρόοδο.
Ένα παιδί που έχει δεχθεί ποικιλία εμπειριών στο ξεκίνημα της ζωής του είναι λοιπόν ένα παιδί που αναμένουμε να εξελιχθεί ικανοποιητικά σε κάθε τομέα και να έχει καλή επίδοση στο σχολείο.
Αντίθετα, το παιδί της προσχολικής ηλικίας που δεν είναι σε θέση π.χ. να διακρίνει τα διάφορα μεγέθη και σχήματα ή να συναρμολογήσει ένα παζλ, θα ενδέχεται να έχει αργότερα μεγάλη δυσκολία στην ανάγνωση και γραφή, καθώς και οι δύο συνιστούν δεξιότητες που προαπαιτούν την αναγνώριση λεπτών διαφορών ανάμεσα στα γράμματα, προκειμένου να σχηματιστούν συλλαβές, λέξεις και προτάσεις αργότερα.
Καλό θα ήταν ο γονιός να εξοικειώνει το παιδί με τα «σύνεργα» του γραπτού λόγου από πολύ νωρίς. Χρωματιστά μολύβια και χαρτί μπορούν να δοθούν στο παιδί ήδη από την ηλικία των 18 μηνών. Το φύλλο χαρτιού πρέπει να είναι αρκετά μεγάλο, ώστε να επιτρέπει την ελεύθερη κίνηση του χεριού. Μεγάλα πρέπει επίσης να είναι και τα πρώτα μολύβια, ώστε να μπορεί το παιδί να τα πιάνει με όλο του το χέρι. Αργότερα, καθώς θα εξελίσσεται ο συναρμονισμός των μυών, γύρω στα 4 χρόνια, μπορείτε να του δώσετε μικρότερα μολύβια, αφού θα είναι πλέον σε θέση να τα πιάνει με το δείχτη και τον αντίχειρα.
Από τα 3 του χρόνια το παιδί είναι συνήθως έτοιμο να αναλάβει δραστηριότητες λεπτής κινητικότητας, όπως να περνάει χάντρες σε μια κλωστή, να κυλάει μπίλιες, ή να δουλεύει με πλαστελίνη. Τέτοιου τύπου δραστηριότητες ενισχύουν τους μύες κάθε δαχτύλου και αναπτύσσουν την χειροτεχνική επιδεξιότητα.
Οι προγραφικές ασκήσεις είναι επίσης αναγκαίες, για την εκμάθηση των γραμμάτων και των αριθμών. Σκοπός τους είναι να θεμελιώσουν και να εδραιώσουν στο παιδί την κατάκτηση της εικόνας του γράμματος αλλά και της αλληλουχίας των κινήσεων που απαιτούνται προκειμένου αυτή να αναπαραχθεί. Το παιδί, για να κατακτήσει πλήρως την κίνηση και την χειρονομία της γραφής, χρειάζεται να ισορροπήσει τις μυϊκές του δυνάμεις και να χειριστεί με ευλυγισία κάθε άρθρωση του χεριού. Η εκπαίδευση αυτή πρέπει να έχει ήδη αρχίσει πριν το παιδί πάρει μολύβι στο χέρι του. Με τον γραφισμό θα καταπιαστούμε αφού έχει προηγηθεί η εκπαίδευση αυτή.
Οι ασκήσεις μπορούν να γίνουν στον πίνακα ή σε ένα χαρτόνι κολλημένο στον τοίχο, με μαρκαδόρους, ξυλομπογιές, ή με κηρομπογιές. Ασκήσεις που ενδείκνυνται για το στάδιο αυτό είναι:
Από τα 5 τους χρόνια, τα παιδιά θα πρέπει να αρχίσουν να εκτελούν τις ασκήσεις σε φύλλο χαρτιού πάνω στο τραπέζι. Συχνά, ειδικά τις πρώτες φορές, το πιάσιμο του μολυβιού είναι αρκετά χαλαρό. Για να το βελτιώσουν, τα παιδιά πρέπει να αποκτήσουν αρκετή μυϊκή δύναμη και ευλυγισία των αρθρώσεων. Οι παραπάνω ασκήσεις βοηθούν και σ’αυτό. Επιπλέον, μπορείτε να προσθέσετε ασκήσεις:
Πηγή: Κέντρο Λόγου ΕΥ ΛΕΓΕΙΝ