Επίμονα ψέματα
Τι είδους ψέματα λένε συνήθως τα παιδιά;
Ένα παιδί, στην προσπάθειά του να καλύψει τη ζημιά που δεν έπρεπε να κάνει, επιμένει ότι η αδελφή του ευθύνεται για το ποτήρι που έσπασε.
Ένα άλλο, θέλοντας να εντυπωσιάσει τους φίλους του, περιγράφει με απίστευτες λεπτομέρειες το καινούριο αυτοκίνητο που υποτίθεται ότι αγόρασαν.
Και ένα άλλο σηκώνει το τηλέφωνο και κάνει φανταστικές συνομιλίες με τη γιαγιά, τις οποίες στη συνέχεια αφηγείται σε όλη την οικογένεια.
Και στις τρεις περιπτώσεις τα παιδιά εν γνώσει τους ψεύδονται. Οι λόγοι όμως που τα οδηγούν στην εκδήλωση αυτής της συμπεριφοράς είναι, προφανώς, διαφορετικοί.
Και βέβαια δεν πρέπει να συγχέουμε τα πραγματικά, επίμονα ψέματα με τις περιστασιακές υπερβολές που κάποια παιδιά χρησιμοποιούν σε διάφορες φάσεις ανάπτυξής τους και οι οποίες είναι απολύτως φυσιολογικές σε ορισμένα εξελικτικά στάδια.
Για ποιο λόγο ενδέχεται να πει ψέματα ένα παιδί;
Άλλοτε, τα παιδιά, γνωρίζοντας ότι θα υποστούν αυστηρές συνέπειες για τις «ανεπιθύμητες» πράξεις τους, καταφεύγουν στο ψέμα για να αποφύγουν την «τιμωρία».
Άλλοτε, νιώθοντας μειονεκτικά σε σχέση με τους συνομηλίκους του και έχοντας χαμηλό αίσθημα αυτοεκτίμησης, χρησιμοποιούν το ψέμα προκειμένου να κερδίσουν την αποδοχή τους.
Άλλοτε, εκτιμώντας ότι οι γονείς τους έχουν υψηλές προσδοκίες στις οποίες τα ίδια δεν καταφέρνουν να ανταποκριθούν, λένε ψέματα για να τους ευχαριστήσουν.
Άλλοτε, στη διάρκεια της προσχολικής ηλικίας, υποδύονται ρόλους χρησιμοποιώντας την έτσι κι αλλιώς ζωηρή φαντασία τους, προκειμένου να εξερευνήσουν σχέσεις και καταστάσεις.
Υπάρχουν παιδιά που δεν λένε ψέματα;
Στη διάρκεια της προσχολικής ηλικίας όπου κυριαρχεί το συμβολικό παιχνίδι και η δημιουργική φαντασία, όλα τα παιδιά λένε ψέματα. Δοκιμάζουν με τον τρόπο αυτό τα όρια μεταξύ πραγματικού και φανταστικού, γεγονός καθ’όλα φυσιολογικό και αναμενόμενο για τη δεδομένη φάση ανάπτυξης του παιδιού.
Μεγαλώνοντας ωστόσο, τα παιδιά που διαβιούν σε ασφαλή περιβάλλοντα, δέχονται τη γονεϊκή στοργή, ενθαρρύνονται να δράσουν αυτόβουλα και βιώνουν επιτυχίες για μικρούς και μεγαλύτερους στόχους που επιτυγχάνουν συνήθως δεν αισθάνονται την ανάγκητην ανάγκη να πούνε ψέματα.
Τι πρέπει να κάνουν οι γονείς, εφόσον διαπιστώσουν ότι το παιδί λέει επίμονα ψέματα;
Καταρχήν θα πρέπει να βεβαιωθούν και όχι απλώς να υποψιάζονται ότι το παιδί λέει ψέματα. Και εάν κάτι τέτοιο όντως ισχύει, οφείλουν
- να διερευνήσουν ποια ανάγκη καλύπτει το παιδί μέσα από το ψέμα
- να αναλογιστούν κατά πόσο οι ίδιοι έχουν μέρος της ευθύνης είτε λόγω υπερβολικών απαιτήσεων που προβάλλουν στο παιδί, είτε λόγω της αδυναμίας κατανόησης των αναγκών του, γεγονός που προκαλεί ρήξη στη σχέση τους. Σε αυτή την περίπτωση, το παιδί αντιδρά απορρίπτοντας τα πρότυπα συμπεριφοράς που προβάλλουν οι γονείς του και το ψέμα μπορεί να θεωρηθεί ως μία από τις μορφές αυτής της αποκήρυξης.
- να αναρωτηθεί παράλληλα, πόσο ξεκάθαρα ή περίπλοκα θέτει τους κανόνες και τα όρια στο παιδί
- και τέλος να σκεφτεί κατά πόσο οι συνέπειες φαντάζουν ιδιαίτερα απειλητικές στα μάτια του.
Εάν διαπιστώσουν ότι παρά τις προσπάθειές τους, η σχέση τους με το παιδί παραμένει δυσλειτουργική και το παιδί εξακολουθεί να ψεύδεται με την ίδια εμμονή, η ανάγκη της εμπλοκής του ειδικού είναι υπαρκτή, καθώς κάποιοι βαθύτεροι λόγοι οδηγούν το παιδί στην ανάπτυξη αυτής της στρατηγικής, προκειμένου να αντιμετωπίσει καταστάσεις που βιώνει στην καθημερινή του πραγματικότητα.
Ο ειδικός θα κάνει μία διεξοδική εκτίμηση της συναισθηματικής κατάστασης του παιδιού, προκειμένου να ανιχνεύσει τα αίτια που γεννούν στο παιδί την ανάγκη του ψέματος. Έχοντας έτσι το συναισθηματικό προφίλ του παιδιού θα είναι σε θέση να προσανατολίσει τους γονείς σε λειτουργικούς τρόπους χειρισμού των προβληματικών καταστάσεων, όποτε αυτές δημιουργούνται, αλλά και πρόληψης αυτών.
Πηγή: Κέντρο Λόγου ΕΥ ΛΕΓΕΙΝ